Άρθρο στην εφημερίδα “ΤΑ ΝΕΑ”
Η διεθνής επιστημονική έρευνα έχει τεκμηριώσει επαρκώς και από πολλών ετών τις αρνητικές επιπτώσεις της ιδρυματικής φροντίδας στα παιδιά, τόσο κατά την παιδική ηλικία όσο και στη μετέπειτα ζωή τους (Wiik et al., 2011). Οι επιστήμονες γνωρίζουμε ότι τα παιδιά αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο σεξουαλικής και σωματικής κακοποίησης και τιμωρητικής διαπαιδαγώγησης. Ότι είναι λιγότερο πιθανό να παρακολουθούν οργανωμένα σχολικά προγράμματα και ότι απομονώνονται από τις παραδοσιακές κοινότητές τους και υποφέρουν από την έλλειψη ερεθισμάτων.
Συνέπεια των παραπάνω, τα παιδιά όλων των ιδρυμάτων εκδηλώνουν συμπτώματα κατάθλιψης σε μεγαλύτερο ποσοστό από τους συνομηλίκους τους που μεγαλώνουν σε οικογενειακά περιβάλλοντα (Fisher, 2010), ενώ παρουσιάζουν συχνότερα εκπτώσεις στην ψυχοκοινωνική ανάπτυξη και στην ακαδημαϊκή επίδοση, καθώς και αυξημένη πιθανότητα κατάχρησης αλκοόλ και ουσιών στην προσπάθειά τους να αλλάζουν συνειδησιακή κατάσταση.
Επιπλέον, η ιδρυματική φροντίδα στερεί από τα παιδιά την ευκαιρία δια βίου δεσμών και την πρόσβαση σε συστήματα κοινοτικής υποστήριξης, καθώς αυτά προσφέρονται μόνο μέσω των πραγματικών σχέσεων που αναπτύσσονται στην οικογένεια και από τη συμμετοχή των παιδιών σε δραστηριότητες μέσα στις κοινότητές τους. Και βέβαια, όσο μεγαλύτερος ο χρόνος σε ένα ίδρυμα, τόσο πιο δύσκολη η αφομοίωση ενός παιδιού στην αρχική οικογένειά του αλλά και η κοινωνική ένταξή του.
Οι πρώτες μεγάλες επιστημονικές μελέτες για την υγεία των παιδιών των ιδρυμάτων ξεκίνησαν στις ΗΠΑ με εντολή του Προέδρου Ρούζβελτ το 1909 και τα ευρήματά τους επιβεβαιώνονται κατ’ επανάληψη έκτοτε οπουδήποτε στον κόσμο επαναλαμβάνονται. Επομένως είναι ευρέως αποδεκτό στην επιστημονική κοινότητα ότι η ιδρυματική φροντίδα πρέπει να αποτελεί μόνο την έσχατη λύση. Οι περισσότερες χώρες που παραδοσιακά στηρίζονταν στην ιδρυματική περίθαλψη έχουν μετατρέψει τα ιδρύματά τους σε πολλές, μικρές οικογενειακές μονάδες, με εξειδικευμένο προσωπικό, ή προωθούν πολύ ενεργητικά την αναδοχή και την υιοθεσία.
Σε αντίθεση με αυτή τη διεθνή κατεύθυνση, αποδεχθήκαμε στη χώρα μας από ετών την αποκρατικοποίηση της ευθύνης του κράτους να φροντίζει τους πολίτες του (και ειδικά τους πιο ευαίσθητους: παιδιά αλλά και χρονίως ψυχικά πάσχοντες) με εξωτερικές αναθέσεις στις ιδρυματικές μονάδες των Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων γιατί δυστυχώς μας βόλεψε όλους. Πρακτικά ιδιωτικοποιήσαμετη φροντίδα του πιο ευάλωτου πληθυσμού.
- Το κράτος μείωσε τη δημόσια δαπάνη του και είχε λιγότερο μπελά.
- Το ιδιωτικό επιχειρείν εξέλιξε την “κοινωνική ευθύνη” του σε νέους ορίζοντες με δωρεές (και φορολογικό όφελος), και με το μάρκετινγκ «του καλού» για προϊόντα που αποδίδουν μέρος των εσόδων σε Μ.Κ.Ο.
- Οι πολίτες με τον οβολό μας εξιλεώναμε την ενοχή μας για τον τρόπο ζωής μας, γνωρίζοντας ότι δεν απολαμβάνουν όλοι οι άνθρωποι τη δική μας καλή τύχη.
Καθόλου δεν αναρωτηθήκαμε αν ο ιδρυματισμός είναι μία καλή επιλογή. Μολονότι η επιστημονική έρευνα διεθνώς είναι τόσο κατηγορηματική, με την εγγύηση ενός ράσου και μιας χαρωπής πρεσβυτέρας εδώ, κι ενός άλλου καθωσπρέπη κυρίου ή κυρίας λίγο παραπέρα, τα ξεχάσαμε όλα αυτά. Πηγαίναμε στα γιορτινά γκαλά, σηκώναμε το ποτήρι μας, ανοίγαμε το πορτοφόλι μας και καταδικάζαμε παιδάκια (και ψυχικά πάσχοντες) στην ανεξέλεγκτη τύχη τους πίσω από φανταχτερά λογότυπα οργανώσεων με «καλές προθέσεις». Τόσο επιπόλαια.
Κι όμως, ο Κάρολος Ντίκενς γράφει στον Όλιβερ Τουίστ: «Η αξιοπρέπεια, ακόμη και η αγιότητα, είναι περισσότερα ζητήματα για το παλτό και το γιλέκο από όσο φαντάζονται μερικοί άνθρωποι».
Κανένας τηλεμαραθώνιος δεν έγινε για να εμψυχωθούμε να επιλέγουμε την υιοθεσία και την αναδοχή. Μόνο εύκολες λύσεις: περισσότερα χρήματα. Ούτε δόθηκε στους επιστήμονες η δυνατότητα να εξηγήσουν σε όλους ότι το DNA του ανθρώπου διαφέρει μόλις κατά 30% από το DNA του γυμνοσάλιαγκα (αλήθεια) και ότι μεταξύ διαφορετικών ανθρώπων η απόκλιση είναι μόλις 0.1%. Τίποτα πολύ θορυβώδες δεν κάναμε, για να μην ξυπνήσουμε το δικό μας τέρας: την τόσο εγωιστική επιμονή μας σε δικό μας βιολογικό παιδί, ενώ υπάρχουν τόσα άλλα στα αζήτητα. Και μόλις η Κιβωτός βουλιάξει στις οθόνες… εμείς απλά θα συνεχίσουμε στο δρόμο της μακάριας – και εξαιρετικά βολικής – λήθης που έχουμε επιλέξει.