Τα λεγόμενα “αντιψυχωσικά φάρμακα” ανήκουν στα πιο πολύτιμα εργαλεία της σύγχρονης ψυχιατρικής για τη θεραπεία και τη διαχείριση ποικίλων ψυχικών παθήσεων όπως οι ψυχώσεις, αλλά και ορισμένες διαταραχές της διάθεσης και του άγχους. Ωστόσο, με αφορμή στην επικαιρότητα, παρατηρώ συχνά στη δημόσια σφαίρα τη σύνδεση αυτών των φαρμάκων με συμπεριφορές που θεωρούνται ακραίες ή επικίνδυνες, όπως η γρήγορη και απρόσεκτη οδήγηση ή άλλες μορφές αντικοινωνικής συμπεριφοράς.
Αυτή η σύνδεση είναι, στις περισσότερες περιπτώσεις, άδικη και βασίζεται σε εσφαλμένες αντιλήψεις τόσο για τα ίδια τα φάρμακα όσο και για την πολυπλοκότητα των διαταραχών τις οποίες οι ψυχίατροι προσπαθούμε να αντιμετωπίσουμε με τη χρήση τους.
Πρώτα, είναι σημαντικό να αναγνωρίσουμε ότι τα “αντιψυχωσικά” φάρμακα (όπως το Zyprexa, το Risperdal, το Solian και πολλά ακόμη) δεν είναι υπεύθυνα για την εκδήλωση επικίνδυνων συμπεριφορών. Αντίθετα, οι συμπεριφορές αυτές προκύπτουν συνήθως ως συνέπεια υποθεραπευόμενων ψυχιατρικών νοσημάτων ή λόγω χαρακτηριστικών προσωπικότητας του ανθρώπου που τα λαμβάνει. Για παράδειγμα, ασθενείς με διπολική διαταραχή που βρίσκονται σε φάση μανίας είναι δυνατόν να εμφανίσουν αυξημένη παρορμητικότητα, μειωμένη αίσθηση κινδύνου και τάση για ριψοκίνδυνες ενέργειες.
Αντίστοιχα, άτομα με οριακή ή αντικοινωνική διαταραχή προσωπικότητας μπορεί να αναζητήσουν έντονες συγκινήσεις ως τρόπο να διαχειριστούν την εσωτερική συναισθηματική αστάθεια ή αμβλύτητα. Σε αυτές τις περιπτώσεις, οι συμπεριφορές είναι σύμπτωμα της βασικής διαταραχής και όχι αποτέλεσμα της φαρμακευτικής αγωγής.
Τα παρεξηγημένα αντιψυχωσικά φάρμακα
Η επιστημονική έρευνα έχει δείξει ότι τα “αντιψυχωσικά”, όταν συνταγογραφούνται σωστά, έχουν την ικανότητα να μειώνουν τις παρορμητικές συμπεριφορές και να αυξάνουν τον αυτοέλεγχο. Η αρνητική τους φήμη οφείλεται μάλλον σε μεμονωμένες περιπτώσεις ή στη γενικότερη παρανόηση που περιβάλλει τα ψυχιατρικά φάρμακα. Και δυστυχώς ξεκινάει ήδη από τον τίτλο τους, εφόσον τα συνδέει με τις ψυχώσεις, που θεωρούνται πολύ σοβαρές παθήσεις.
Οι παρενέργειες που μπορεί να προκαλούν ορισμένα από αυτά τα φάρμακα σε συγκεκριμένες δόσεις, όπως η κόπωση ή η καθυστέρηση της αντίδρασης, δεν πρέπει να συγχέονται με προκλητικές ή επικίνδυνες συμπεριφορές. Αντιθέτως, αυτές οι πραγματικές παρενέργειες είναι κατά κανόνα διαχειρίσιμες με τη σωστή δοσολογία και την τακτική παρακολούθηση από τον ψυχίατρο.
Το ζήτημα γίνεται ακόμη πιο σύνθετο όταν λαμβάνουμε υπόψη τις κοινωνικές προκαταλήψεις που περιβάλλουν την ψυχική υγεία, το στίγμα και τα ταμπού. Συχνά, οι άνθρωποι αποδίδουν τη συμπεριφορά ενός ανθρώπου στα φάρμακα που λαμβάνει, παραγνωρίζοντας ότι αυτή μπορεί να προκαλείται από την ίδια τη διαταραχή ή από άλλους περιβαλλοντικούς παράγοντες, όπως οι σχέσεις με τους οικείους. Η τάση να στιγματίζονται οι ψυχικά ασθενείς και οι θεραπείες τους διαιωνίζει αυτή την παρανόηση και καθιστά δύσκολη την ευρύτερη αποδοχή των ψυχιατρικών φαρμάκων ως αναγκαίο εργαλείο θεραπείας.
η τάση να στιγματίζονται οι ψυχικά ασθενείς και οι θεραπείες τους καθιστά δύσκολη την ευρύτερη αποδοχή της ψυχιατρικής φροντίδας
Ενδιαφέρον παρουσιάζει η επιστημονική βιβλιογραφία που υπογραμμίζει ότι οι συμπεριφορές υψηλού κινδύνου σχετίζονται περισσότερο με την υποθεραπεία των ψυχιατρικών νοσημάτων. Μια έρευνα από τον Swann και τους συνεργάτες του (2011) υποδεικνύει ότι η παρορμητικότητα και οι επικίνδυνες αποφάσεις μειώνονται σημαντικά όταν για παράδειγμα οι ασθενείς με διπολική διαταραχή λαμβάνουν κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή. Παρόμοια, άλλες μελέτες έχουν δείξει ότι η σταθεροποίηση των συμπτωμάτων της σχιζοφρένειας με τη χρήση αντιψυχωσικών μειώνει τις πιθανότητες αντικοινωνικής ή βίαιης συμπεριφοράς.
Επομένως, η συσχέτιση των αντιψυχωσικών φαρμάκων με τέτοιες συμπεριφορές είναι ένα σφάλμα που αποδίδεται κυρίως σε ελλιπή κατανόηση των ψυχιατρικών παθήσεων και στη συντήρηση των κοινωνικών προκαταλήψεων. Οι ψυχίατροι και οι επαγγελματίες υγείας έχουμε την ευθύνη να ενημερώνουμε τόσο τους ασθενείς όσο και την κοινωνία για τον πραγματικό ρόλο και τη λειτουργία αυτών των φαρμάκων. Μόνο μέσα από την κατανόηση και την αποδοχή της πολυπλοκότητας των ψυχικών διαταραχών, ελπίζουμε να μειώσουμε το στίγμα και να προάγουμε μια πιο δίκαιη και ορθολογική προσέγγιση στις ψυχιατρικές θεραπείες.
Βιβλιογραφία
- Swann, A. C., Lijffijt, M., Lane, S. D., Steinberg, J. L., & Moeller, F. G. (2011). Increased trait-like impulsivity and course of illness in bipolar disorder. Bipolar Disorders, 13(4), 343–353.
- Kane, J. M., Honigfeld, G., Singer, J., & Meltzer, H. (1988). Clozapine for the treatment-resistant schizophrenic: A double-blind comparison with chlorpromazine. Archives of General Psychiatry, 45(9), 789–796.