Η βία είναι ενστικτώδης στους ανθρώπους, αλλά η επιθετικότητα ξεκινάει, συνήθως, εκεί που σταματά ο αυτοελέγχος. Στο πλαίσιο της κοινωνίας, ο αυτοέλεγχος εξαντλείται όταν χάνεται η εμπιστοσύνη στις αξίες και στις αρχές που συνδιαμορφώνουν τα σενάρια της συμπεριφοράς.
Οι πολίτες αντιλαμβάνονται τη συμμετοχή τους στην κοινωνία ως αντίδοτο στην αβεβαιότητα και στις αγωνίες της επιβίωσης. Όσο ο κοινωνικός ιστός τραυματίζεται από οριζόντιες ανισότητες, τόσο περισσότερο ελαττώνεται η κοινωνική συνοχή. Η κοινωνική σταθερότητα βασίζεται σε ένα υποθετικό κοινωνικό συμβόλαιο μεταξύ των πολιτών και της πολιτείας, έτσι κι αλλιώς. Για παράδειγμα, οι άνθρωποι αποδέχονται την κρατική εξουσία εφόσον το κράτος τους παρέχει υπηρεσίες και εισοδήματα. Με την οικονομική στασιμότητα και την επιδείνωση της κατάστασης των υπηρεσιών που απολαμβάνουν οι πολίτες, το κοινωνικό συμβόλαιο αθετείται και λύεται και τότε προκύπτει η βία και η σύγκρουση.
Εξάλλου, η εμφάνιση της επιθετικής συμπεριφοράς προϋποθέτει σε κάποιο βαθμό την απογοήτευση και τη ματαίωση. Οτιδήποτε μας κάνει να να αισθανόμαστε άσχημα για τη ζωή μας στην αντικειμενική καθημερινότητά μας, προδιαθέτει στην επιθετικότητα. Οι θυμωμένοι άνθρωποι επιτίθενται με την υποσυνείδητη ελπίδα ότι κάτι τέτοιο θα τους επιτρέψει να νιώσουν καλύτερα. Αντλούν εγγενώς “ευχαρίστηση” να πληγώσουν τους ανθρώπους που τους έχουν προκαλέσει, εξόργισει, ή τους έχουν αδικήσει με τον ένα ή τον άλλο τρόπο.
Κι έπειτα, η πολιτικοοικονομική παρακμή, η συνειδητοποίηση της αδυναμίας των πολιτών να έχουν ουσιαστικό λόγο στη διαχείριση των θεμάτων που τους αφορούν, καθώς επίσης η αύξηση της φτώχειας και της ανεργείας, αποτελούν ένα είδος κοινωνικής απόρριψης. Έναν συμβολικό εξοστρακισμό από την ολότητα, στην οποία προηγούμενα εκδήλωναν εμπιστοσύνη, ή βίωναν την ασφάλεια. Αυτό, με τη σειρά του, επιτείνει τον θυμό και διεγείρει έναν αντιδραστικό μηχανισμό άμυνας, κατά τον οποίο ένα θετικό συναίσθημα μετατρέπεται σε αρνητικό.
Επομένως, την εξιδανίκευση της συμμετοχής διαδέχεται η περιφρόνηση, η οποία διαχέεται, ακόμη, στους θεσμούς και στα πρόσωπα. Και τότε, παραμορφώνονται οι κανονιστικές αντιλήψεις και οι πολίτες επιζητούν την ανακούφιση σε άλλες ομάδες, που μοιράζονται το ίδιο συναίσθημα, στις οποίες θα λάβουν αλληλεγγύη ή θα βρουν ένα καινούριο νόημα, όπου αποκτούν ανωνυμία – ενίοτε και κυριολεκτικά πίσω από μια μάσκα -, αποβάλλοντας την επώδυνη αίσθηση της ατομικότητας στο προηγούμενο πλαίσιο.
Σύντομο σχόλιο στην Εφημερίδα “ΗΜΕΡΗΣΙΑ – Σαββατοκύριακο”, Φύλλο 28-29/11/15