Συνέντευξη στον Δημήτρη Φαλλιέρο για το περιοδικό Andro
Τι εννοούμε όταν λέμε διατροφικές διαταραχές; Γιατί υπάρχουν παρεξηγήσεις γύρω από το θέμα;
Υπάρχουν πράγματι. Με τον όρο διαταραχές διατροφής εννοούμε μια ομάδα συγγενικών παθήσεων με κοινό παρονομαστή την εμμονή για το σωματικό βάρος, τις χρόνιες σκέψεις αυτοϋποτίμησης και την ακλόνητη αυτοαξιολόγηση με μοναδικό κριτήριο την εικόνα του σώματος.
Η πιο γνωστή από αυτές είναι η ψυχογενής ανορεξία, αφενός λόγω της ενασχόλησης των ΜΜΕ με επώνυμα περιστατικά από το χώρο του θεάματος και αφετέρου εξαιτίας της υψηλής θνησιμότητας που εμφανίζει – για την ακρίβεια της μεγαλύτερης μεταξύ όλων των ψυχικών νοσημάτων -. Η ανορεξία αφορά στις καταστροφικές διατροφικές συμπεριφορές στο έδαφος του ακατανίκητου φόβου για την ανάκτηση βάρους και της άρνησης να διατηρηθεί το βάρος πάνω από το 85% του αναμενόμενου για τη δεδομένη ηλικία και το ύψος.
Εκτός από την ανορεξία, μας απασχολεί ακόμη η ψυχογενής βουλιμία, που χαρακτηρίζεται από την επίμονη προσπάθεια να απαλλαγεί ο πάσχων από τις περιττές θερμίδες που έλαβε, τρώγοντας περισσότερο από το σύνηθες. Τέλος, μας ενδιαφέρει εδώ και η διαταραχή επεισοδιακής υπερφαγίας, στην οποία ο άνθρωπος υποφέρει με στιγμές ανεξέλεγκτης κατανάλωσης υπερβολικής ποσότητας υπερθερμιδικού φαγητού, με επακόλουθα συναισθήματα αμφισβήτησης της αξίας του εαυτού και μελαγχολίας. Αλλά και η ορθορεξία, ενίοτε σε συνδυασμό με τις υπερβολές κατά τη σωματική άσκηση των ανδρών, με συμπληρώματα πρωτεΐνης και χιλίων ακόμη συστατικών που κάνουν εμάς τους ειδικούς να τραβάμε τα μαλλιά μας.
Η παρεξήγηση, την οποία σωστά υπογραμμίζετε στην ερώτησή σας, προέρχεται από το έλλειμμα στην κατανόηση της φύσης και του περιεχομένου αυτών των διαταραχών. Βλέπετε, η κοινωνία μας επιμένει να εξηγεί τέτοια φαινόμενα μέσα από την χαρακτηριολογική αποτίμηση των πασχόντων, αποδίδοντας εσφαλμένα τα προβλήματα σε αδυναμία του εαυτού ή ακόμη – ακόμη σε ζητήματα οικογενειακής δυσλειτουργίας, παραγνωρίζοντας τη βιολογία του ανθρώπου. Ένα καλό παράδειγμα για να καταλάβουμε σωστά αυτή τη μεγάλη διάσταση από την πραγματικότητα, είναι το στατιστικά πολύ σημαντικό ποσοστό κληρονομικότητας που καταγράφεται στην ανορεξία και κυμαίνεται μεταξύ 56% και 84%, καθώς και η συσχέτιση αυτής της πάθησης με – ούτε λίγο ούτε πολύ – 128 πολυμορφισμούς σε 43 γονίδια. Την ίδια στιγμή, υπάρχουν αρκετά στερεότυπα και σε ό,τι αφορά στο φύλο, καθώς οι διαταραχές διατροφής τυπικά θεωρούνται ως αποκλειστικές των γυναικών, μολονότι αυτό είναι εντελώς αναληθές.
Αν με ρωτήσετε τι φταίει που δεν γνωρίζουμε, ή δεν θέλουμε να γνωρίζουμε σωστές πληροφορίες για όλα αυτά, θα σας προτείνω δύο εξηγήσεις. Η μία είναι το στίγμα πάνω στην ψυχική νόσο, που όχι μόνο καλά κρατεί αλλά είναι διπλό… Δηλαδή, αφορά τόσο στους πάσχοντες, όσο και στους λειτουργούς της ψυχικής υγείας (πχ. ο “τρελογιατρός”). Η δεύτερη εξήγηση πατάει πάνω στην πρώτη και αφορά σε μια νέα μόδα της κοινωνίας, να ψάχνει τις απαντήσεις σε αυτά τα περίπλοκα θέματα υγείας οπουδήποτε αλλού, εκτός από την επίσκεψη στους ειδικούς επιστήμονες… π.χ. σε τυχάρπαστους εναλλακτικούς θεραπευτές παντός είδους και εσχάτως σε παντογνώστες βιωματικούς προπονητές, που μετά την τεράστια “επιτυχία” (#not) τους στα αρχικό τους επαγγελματικά αντικείμενα προσφέρουν καθοδήγηση στις ζωές των υπολοίπων.
Yπάρχουν σημάδια αύξησης και στην Ελλάδα;
Οι σχετικές μελέτες δείχνουν αύξηση στην επίπτωση όλων των διαταραχών διατροφής, αλλά και στην παχυσαρκία, όχι μόνο στη χώρα μας αλλά και στον υπόλοιπο δυτικό κόσμο. Υπολογίζουμε ότι σχεδόν 6% του Ελληνικού πληθυσμού υποφέρει με τα σημεία και τα συμπτώματά τους. Μνημονεύω μια πρόσφατη και πληρέστατη ανάλυση που δημοσιεύθηκε στη Μ. Βρετανία πριν δύο μήνες, στην οποία αυτή η καλά καταγεγραμμένη αύξηση αφορά σχεδόν ισότιμα και στα δύο φύλα: έως 76% στις γυναίκες και έως 70% στους άνδρες. Αυτό που μας εντυπωσιάζει περισσότερο, είναι ότι αυτή η ραγδαία αύξηση αφορά στη μέση ηλικία!
Yπάρχει αύξηση, ή μήπως οι άντρες αρχίζουν να «αντιμετωπίζουν» τέτοια θέματα και να μην τα κρύβουν; Τα παραδέχονται πιο εύκολα ή πιο δύσκολα από τις γυναίκες;
Τα προβλήματα από τις διαταραχές διατροφής δεν θα διορθωθούν μόνα τους. Τουναντίον, είναι τόσο πολυπαραγοντικά ζητήματα και έχουν τέτοια ιδιάζουσα συννοσηρότητα με άλλες ψυχικές παθήσεις, όπως οι διαταραχές προσωπικότητας, οι διαταραχές συναισθήματος και οι εξαρτήσεις από το αλκοόλ και τις ουσίες, που χρειάζεται εξειδικευμένη ψυχιατρική και ψυχοθεραπευτική βοήθεια. Υπάρχει μία σειρά εξετάσεων που διενεργούμε κάθε φορά και συντονισμένη συνεργασία με άλλους ειδικούς της υγείας για να τα παρακολουθήσουμε και να τα επιλύσουμε μακροπρόθεσμα. Κατά τη γνώμη μου, η άρνηση εξωτερικής βοήθειας είναι ένα μυστήριο φαινόμενο, με κοινωνικές συνιστώσες, δυστυχώς ολότελα αυτοκαταστροφικό. Το στερεότυπο του φύλου είναι μία τέτοια συνιστώσα.
Σε ποιες ηλικίες εμφανίζονται πιο πολύ τέτοιες διαταραχές;
Μολονότι η μεγαλύτερη αύξηση φαίνεται ότι παρουσιάζεται τα τελευταία χρόνια στις μέσες ηλικίες, το 40% όλων των περιπτώσεων πρωτοπαρουσιάζονται στις ευαίσθητες ηλικίες 15-19, κατά τις οποίες η εναντιωματικότητα και η αμφισβήτηση χτυπάνε επιπρόσθετα κόκκινο.
Είναι θέμα σχέσης του πάσχοντος με το σώμα του ή κάτι πιο πολύπλοκο;
Ανεξάρτητα της προδιάθεσης, οπωσδήποτε συμβάλλουν η προώθηση της λεπτότητας στις γυναίκες καθώς και της μυώδους αρρενωπότητας στους άνδρες, ως των “ιδανικών” σωματοδομών στο δυτικό κόσμο. Η δε αέναη σύγκριση του εαυτού με τους γνώριμους ή και άγνωστους άλλους πάνω στα κοινωνικά δίκτυα, με τον καταιγιστικό βομβαρδισμό αυτοφωτογραφικών αναρτήσεων, ευοδώνει το φαινόμενο και δίνει τη χαριστική βολή.
Θεωρώ ότι μέχρι το ανθρώπινο είδος να προσαρμοστεί σ’ ένα καινούριο σημείο ισορροπίας και να απευαισθητοποιηθεί απέναντι στην εισβολή των κοινωνικών δικτύων στην καθημερινή ζωή – που, πιστέψτε με, επιδείνωσε ραγδαία την οποιαδήποτε κακή επίδραση είχαν τα ΜΜΕ ήδη από τον περασμένο αιώνα -, θα συζητάμε για περισσότερες και χειρότερες επιπτώσεις για αρκετό καιρό ακόμη.
Πώς μπορούμε να βοηθήσουμε ένα φίλο μας που πιστεύουμε ότι έχει διατροφική διαταραχή;
Η απάντηση εδώ είναι τόσο απλή και λιτή, όσο και ουσιαστική: ραντεβού με τον ειδικό ψυχίατρο. Χωρίς ταμπού.