Πρώτη δημοσίευση στην εφημερίδα “ΤΑ ΝΕΑ”
Στη δεκαετία του 1970 ο Δρ Σάμουελ Σμίθυμαν (Samuel Smithyman), ένας κλινικός ψυχολόγος στις ΗΠΑ που εργάζονταν με ανθρώπους καταδικασμένους για σεξουαλικά εγκλήματα, απέδειξε ότι οι άνδρες που διαπράττουν βιασμούς ή τη συστηματική σεξουαλική παρενόχληση δεν ανήκουν σε συγκεκριμένη κοινωνικοοικονομική τάξη, ούτε ομολογούν παρόμοια κίνητρα για τις πράξεις τους. Αυτό που τον εξέπληξε ήταν το πόσο αδιάφορα περιέγραφαν το έγκλημά τους κατά τη διάρκεια των ψυχολογικών συνεντεύξεων.
Πράγματι, οι περισσότερες επιστημονικές έρευνες καταδεικνύουν μόνο ορισμένα κοινά συστατικά στην προσωπικότητα τέτοιων ανδρών, όπως τη φτωχή ενσυναίσθηση, τον ναρκισσισμό και την εχθρότητα προς τις γυναίκες. Επιπλέον, γνωρίζουμε σήμερα ότι τέτοιες επιθέσεις κατά των γυναικών δεν παρακινούνται από σεξουαλικό ενδιαφέρον, αλλά ότι είναι κατά κανόνα ασκήσεις κυριαρχίας πάνω σε άλλους ανθρώπους. Ότι η σεξουαλική συγκίνηση προέρχεται από την ικανοποίηση που δημιουργεί η εξουσία και ο έλεγχος.
φτωχή ενσυναίσθηση, ναρκισσισμός και εχθρότητα προς τις γυναίκες
Ομοίως η ενδοοικογενειακή βία κατά των γυναικών εκδηλώνεται στο έδαφος αφενός της δυσανεξίας ορισμένων ανδρών να αποδεχτούν την ισοτιμία των συντρόφων τους και αφετέρου της ακόρεστης ανάγκης να τους αναγνωρίζεται ο ηγετικός ρόλος τους. Αυτή την αέναη ανάγκη αυτοεπιβεβαίωσης θρέφει η τοξική αρρρενωπότητα. Πρόκειται για μία στρεβλή στάση ζωής που υιοθετούν εκείνοι οι άνδρες οι οποίοι γαλουχούνται με τον αρσενικό κώδικα.
Σύμφωνα με αυτόν, ο άνδρας επιλέγει τις γυναίκες, είναι επιτυχημένος όταν έχει πολλές γυναίκες, είναι αυτόνομος όταν παίρνει μόνος του τις σοβαρές αποφάσεις, ενώ είναι αδύναμος όταν εκδηλώνει ευαισθησίες, όταν παράγει λιγότερα χρήματα κ.ο.κ. Έτσι, είναι εκείνος που πρέπει να έχει τον τελευταίο λόγο και ο οποίος πρέπει να απολαμβάνει του καθολικού σεβασμού, ενώ δεν ανέχεται την αμφισβήτηση ή την απόρριψη. Εξαπλουστεύει και δικαιολογεί στον εαυτό του κάθε εκδικητική ή σαδιστική συμπεριφορά. Και ακόμη τοποθετείται ανταγωνιστικά απέναντι σε άλλους άρρενες, από τους οποίους μάλιστα νιώθει ότι κρίνεται ως προς την πλήρωση αυτού του πατριαρχικού πρότυπου.
Μολονότι γίνεται σημαντική προσπάθεια, τουλάχιστον στον δυτικό κόσμο, για να καταπολεμηθεί η τοξική αρρενωπότητα, η πρόοδος δεν είναι η αναμενόμενη. Αυτό αποτυπώνεται εξάλλου στα στατιστικά της δικής μας χώρας, που αφορούν τόσο στην ενδοοικογενειακή βία όσο και στη σεξουαλική εγκληματικότητα. Εκτιμώ ότι μία εξήγηση για αυτό είναι ότι οι δυτικές κοινωνίες μας έχουν εξελιχθεί ως εξόχως ατομικιστικές.
Σε αντιδιαστολή προς τις κολεκτιβιστικές ή κοινοτικές κοινωνίες του παρελθόντος, όπου τα δικαιώματα και τα αγαθά κατανέμονταν ισότιμα και η κοινότητα αναλάμβανε μέρος της ευθύνης για τη διασφάλιση των συνθηκών της ατομικής προόδου και ανάπτυξης, στις ατομικιστικές κοινωνίες τα δικαιώματα και τα αγαθά διανέμονται με βάση τις προσωπικές επιλογές των ανθρώπων, χωρίς συλλογική παρέμβαση ή βοήθεια.
Αυτή η ατομοκεντρική θεώρηση είναι πολύ συμβατή με την τοξική αρρενωπότητα που περιέγραψα παραπάνω. Ενδεχομένως διαιωνίζει την αρχαία πατριαρχική αντίληψη των ανδρών μέσα στο σύγχρονο καθεστώς επιβίωσης που διέπεται από συνθήκες ισχυρού ανταγωνισμού, παρά τη βελτίωση στην παιδεία και στην αναγνώριση των ανθρώπινων δικαιωμάτων και της ισότητας των δύο φύλων. Ίσως έχουμε απλώς επιτύχει να αντικαταστήσουμε ένα μιαρό σύστημα ιδεών με ένα άλλο εξίσου φαύλο.