Η μη σωστή χρήση φαρμάκων για την αντιμετώπιση της ημικρανίας και του πονοκεφάλου είναι ένα πρόβλημα που επηρεάζει τόσο την υγεία των ασθενών όσο και τη λειτουργία των συστημάτων υγείας. Παρόλο που υπάρχουν αποτελεσματικές θεραπείες, πολλοί άνθρωποι συνεχίζουν να υποφέρουν χωρίς να λαμβάνουν την κατάλληλη φροντίδα. Αυτό οφείλεται σε διάφορους λόγους, όπως η έλλειψη πληροφόρησης, ο φόβος για πιθανές παρενέργειες και οι δυσκολίες πρόσβασης σε εξειδικευμένους γιατρούς ή φάρμακα.
Οι πονοκέφαλοι, ιδιαίτερα οι ημικρανίες και οι κεφαλαλγίες τάσης, είναι από τις πιο συχνές νευρολογικές παθήσεις. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, περίπου ένας στους δύο ενήλικες βιώνει τουλάχιστον έναν πονοκέφαλο τον χρόνο. Όταν οι πονοκέφαλοι δεν αντιμετωπίζονται σωστά, τα συμπτώματα χειροτερεύουν και γίνονται χρόνια. Αυτό σημαίνει ότι οι κρίσεις πόνου μπορεί να αποκτήσουν μόνιμο χαρακτήρα, δυσκολεύοντας σημαντικά την καθημερινή ζωή των ασθενών.
Το φαινόμενο της υποθεραπείας έχει συχνά και ένα οξύμωρο αντίκτυπο: την υπερθεραπεία. Αυτό συμβαίνει όταν οι ασθενείς που δεν λαμβάνουν τις ενδεδειγμένες θεραπείες και έτσι δεν αντιμετωπίζουν τις ημικρανίες τους επαρκώς, καταφεύγουν σε κατάχρηση μη συνταγογραφούμενων αναλγητικών. Για παράδειγμα, κάποιος που πάσχει από συχνές ημικρανίες μπορεί να λαμβάνει παυσίπονα καθημερινά, χωρίς καθοδήγηση από ειδικό.
Αυτή η πρακτική μπορεί να οδηγήσει σε έναν φαύλο κύκλο, καθώς η συστηματική λήψη τέτοιων φαρμάκων προκαλεί κεφαλαλγίες από την υπερβολική χρήση τους (medication overuse headache). Πρόκειται για μια κατάσταση όπου τα ίδια τα φάρμακα που υποτίθεται ότι θα προσέφεραν ανακούφιση επιδεινώνουν το πρόβλημα, καθιστώντας τη διαχείριση των πονοκεφάλων ακόμη πιο περίπλοκη γιατί τα κοινά αναλγητικά γίνονται ολοένα λιγότερο αποτελεσματικά.
Η έλλειψη ενημέρωσης παίζει καθοριστικό ρόλο σε αυτή την αλυσίδα γεγονότων. Πολλοί ασθενείς δεν γνωρίζουν τις διαθέσιμες εξειδικευμένες θεραπείες, όπως τα προληπτικά φάρμακα για τις ημικρανίες που μπορούν να μειώσουν τη συχνότητα και την ένταση των κρίσεων. Ταυτόχρονα, ο φόβος για τις παρενέργειες που ενδέχεται να προκαλέσουν τα συνταγογραφούμενα φάρμακα αποτρέπει πολλούς ασθενείς από την εξειδικευμένη φροντίδα και διευκολύνει τις αδόκιμες πρακτικές αυτοθεραπείας.
Η αντιμετώπιση της υποθεραπείας είναι κρίσιμη για την προστασία των ασθενών από τις συνέπειες τόσο των ημικρανιών όσο και του φαινομένου της υπερθεραπείας, καθώς επίσης για την εξασφάλιση καλύτερης ποιότητας ζωής. Χρειάζονται λοιπόν ολοκληρωμένες δράσεις που περιλαμβάνουν την ενημέρωση τόσο των ασθενών όσο και των επαγγελματιών υγείας για τη σημασία της κατάλληλης φαρμακευτικής αγωγής.
Παράλληλα, η πρόσβαση σε εξειδικευμένες θεραπείες πρέπει να γίνει περισσότερο προσιτή, ανεξάρτητα από τους γεωγραφικούς ή τους οικονομικούς περιορισμούς. Η συνεργασία μεταξύ ειδικών, όπως οι νευρολόγοι, οι ψυχίατροι και οι ψυχολόγοι, μπορεί να προσφέρει ολοκληρωμένες λύσεις που ανταποκρίνονται στις ιδιαίτερες ανάγκες κάθε ασθενούς.
Συνοψίζοντας, η υποθεραπεία των πονοκεφάλων οδηγεί συχνά σε φαύλο κύκλο πόνου, κατάχρησης φαρμάκων και επιδείνωσης των συμπτωμάτων. Ωστόσο, με τη σωστή ενημέρωση, την έγκαιρη διάγνωση και την κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή, οι ασθενείς μπορούν να διαχειριστούν αποτελεσματικά την κατάστασή τους, βελτιώνοντας την καθημερινότητά τους και αποφεύγοντας την υπερθεραπεία που τους θέτει σε μεγαλύτερο κίνδυνο.
Βιβλιογραφία
- World Health Organization. (2016). Headache disorders. Retrieved from https://www.who.int/news-room/fact-sheets/detail/headache-disorders
- Lipton, R. B., & Silberstein, S. D. (2015). The role of headache-related disability in migraine management: implications for headache treatment guidelines. Neurology, 84(7), 720-728.
- Loder, E., & Rizzoli, P. (2018). Pharmacologic prevention of migraine: a narrative review of the state of the art in 2018. Headache: The Journal of Head and Face Pain, 58(1), 218-229.