Η κυτισινικλίνη (ή αλλιώς cytisinicline, cytisine, baptitoxine, ή sophorine) είναι μια αλκαλοειδής ουσία που προέρχεται από φυτά της οικογένειας Fabaceae, όπως το Cytisus laburnum (χρυσόξυλο). Πρόκειται για έναν αγωνιστή των νικοτινικών ακετυλοχολινεργικών υποδοχέων, που χρησιμοποιείται κυρίως για τη διακοπή του καπνίσματος. Στην Ελλάδα, κυκλοφορεί με την εμπορική ονομασία Tokovys, ως μια εναλλακτική επιλογή για όσους θέλουν να διακόψουν το κάπνισμα.
Τα αλκαλοειδή είναι φυσικοί οργανικοί χημικοί παράγοντες που περιέχουν άζωτο και συνήθως προέρχονται από φυτά. Αυτές οι ενώσεις έχουν αλκαλικές (βασικές) χημικές ιδιότητες και παρουσιάζουν έντονη βιολογική δραστηριότητα όταν εισέρχονται στον ανθρώπινο οργανισμό. Παραδείγματα αλκαλοειδών είναι η μορφίνη, η καφεΐνη και η νικοτίνη. Η κυτισινικλίνη ανήκει σε αυτή την κατηγορία λόγω της μοριακής δομής και της δράσης της στο κεντρικό νευρικό σύστημα.
Η ιστορία της κυτισινικλίνης χρονολογείται από τον 19ο αιώνα, όταν απομονώθηκε για πρώτη φορά από το φυτό χρυσόξυλο. Η παραδοσιακή χρήση της εντοπίζεται στις περιοχές της Ανατολικής Ευρώπης και της Κεντρικής Ασίας, όπου τα εκχυλίσματα του φυτού χρησιμοποιούνταν από τους ντόπιους ως υποκατάστατο του καπνού, κυρίως κατά τη διάρκεια πολεμικών περιόδων ή οικονομικών κρίσεων, όταν ο καπνός ήταν δυσεύρετος.
Η πρώτη τεκμηριωμένη ιατρική χρήση της – ως βοήθημα στη διακοπή του καπνίσματος – καταγράφεται στη Σοβιετική Ένωση τη δεκαετία του 1960, όπου κυκλοφόρησε ως φάρμακο με την εμπορική ονομασία Tabex. Η επιλογή της βασίστηκε στις φαρμακολογικές ομοιότητές της με τη νικοτίνη, καθώς και στην ικανότητά της να δεσμεύεται στους ίδιους υποδοχείς, χωρίς όμως να προκαλεί τον ίδιο βαθμό εθισμού. Η ευρεία χρήση της στην Ανατολική Ευρώπη συνέβαλε στο επιστημονικό ενδιαφέρον της δύσης σχετικά με τις δυνατότητές της, και οδήγησε σε νεότερες κλινικές μελέτες που την καθιέρωσαν ως βοήθημα διακοπής του καπνίσματος.
Μηχανισμός δράσης
Η κυτισινικλίνη δρα ως μερικός αγωνιστής στους νικοτινικούς υποδοχείς, με προτίμηση για τον υποδοχέα α4β2α4β2, ο οποίος είναι ιδιαίτερα κρίσιμος στην εξαρτησιογόνο δράση της νικοτίνης. Αυτός ο μηχανισμός προσφέρει δύο κύρια οφέλη:
- Ανακούφιση από τα συμπτώματα στέρησης μέσω της ενεργοποίησης αυτών των υποδοχέων.
- Μείωση της ευχαρίστησης από το κάπνισμα, καθώς ανταγωνίζεται τη νικοτίνη για τη δέσμευση στους ίδιους υποδοχείς.
Η κυτισινικλίνη παρουσιάζει μικρότερη ισχύ από τη νικοτίνη, γεγονός που καθιστά τη χρήση της λιγότερο επικίνδυνη όσον αφορά τον εθισμό.
Δοσολογικό σχήμα 25 ημερών
- Ημέρες 1-3:
- 1 δισκίο κάθε 2 ώρες (6 δισκία την ημέρα).
- Στόχος: Μείωση της έντονης επιθυμίας για κάπνισμα και ανακούφιση από τα συμπτώματα στέρησης.
- Ημέρες 4-12:
- 1 δισκίο κάθε 2,5 ώρες (5 δισκία την ημέρα).
- Στόχος: Σταδιακή μείωση της εξάρτησης και μείωση της δόσης.
- Ημέρες 13-16:
- 1 δισκίο κάθε 3 ώρες (4 δισκία την ημέρα).
- Στόχος: Συνεχιζόμενη μείωση της δόσης και σταθεροποίηση των αποτελεσμάτων.
- Ημέρες 17-20:
- 1 δισκίο κάθε 5 ώρες (3 δισκία την ημέρα).
- Στόχος: Σταδιακή απεξάρτηση από τη φαρμακευτική δράση.
- Ημέρες 21-25:
- 1-2 δισκία την ημέρα.
- Στόχος: Ολοκλήρωση της θεραπείας και πλήρης διακοπή της νικοτίνης.
Συνιστάται στους χρήστες να σταματήσουν το κάπνισμα εντός των πρώτων 5 ημερών από την έναρξη της θεραπείας. Εάν δεν επιτευχθεί η διακοπή του καπνίσματος έως την 5η ημέρα, η θεραπεία πρέπει να διακοπεί καθώς θεωρείται μη αποτελεσματική. Αξίζει να σημειωθεί, ότι δεν έχουν όλοι οι άνθρωποι την ίδια ανταπόκριση.
Κλινική αποτελεσματικότητα
Η αποτελεσματικότητά της έχει αποδειχθεί σε διάφορες μελέτες που δείχνουν ότι υπερτερεί του εικονικού φαρμάκου (placebo) και ότι είναι συγκρίσιμη με τη βαρενικλίνη (varenicline – φάρμακο Champix), αν και με λιγότερες παρενέργειες, καθώς και με τη βουπροπιόνη (bupropion – φάρμακο Wellbutrin). Σε μια πολυκεντρική τυχαιοποιημένη κλινική δοκιμή, η κυτισινικλίνη αύξησε τα ποσοστά διακοπής του καπνίσματος κατά περίπου 8,4% (95% CI: 5,1–11,7) σε σύγκριση με το placebo, μετά από 6 μήνες από τη συνταγογραφούμενη λήψη της (Cahill et al., 2016).
Σύμφωνα με κλινικές μελέτες, το ποσοστό επιτυχίας μετά από το ταχύρρυθμο θεραπευτικό σχήμα των 25 ημερών κυμαίνεται μεταξύ 30%-40% (άνθρωποι που συνεχίζουν να απέχουν από το κάπνισμα στους πρώτους 6 μήνες). Ωστόσο, η διατήρηση της αποχής από το κάπνισμα σε βάθος χρόνου είναι μια πρόκληση. Μετά το πέρας της θεραπείας, εκτιμάται ότι περίπου 20%-25% των χρηστών παραμένουν μη καπνιστές μετά από 12 μήνες (δηλαδή 75-80% υποτροπιάζουν). Αυτό υπογραμμίζει την ανάγκη για συνεχιζόμενη υποστήριξη, όπως η ψυχοθεραπευτική βοήθεια – ιδίως μέσω της Γνωσιακής Συμπεριφορικής Ψυχοθεραπείας – ή μία συμπληρωματική θεραπεία, ώστε να μειωθεί ο κίνδυνος υποτροπής. Η δομή του 25ήμερου σχήματος, με σταδιακή μείωση της δόσης, βοηθά στη μείωση των συμπτωμάτων στέρησης και στη σταθεροποίηση των αποτελεσμάτων.
Ανεπιθύμητες ενέργειες
Η κυτισινικλίνη είναι γενικά καλά ανεκτή, με λιγότερες και ηπιότερες παρενέργειες συγκριτικά με άλλες φαρμακευτικές αγωγές για τη διακοπή του καπνίσματος, όπως το Champix. Οι συχνότερες παρενέργειες περιλαμβάνουν:
- Γαστρεντερικές διαταραχές (13%-17%):
- Ναυτία, έμετος και δυσπεψία, είναι οι συχνότερες αναφορές, πιθανώς λόγω της αλληλεπίδρασης της κυτισινικλίνης με το νευρικό σύστημα του γαστρεντερικού σωλήνα.
- Αϋπνία και διαταραχές ύπνου (5%-10%):
- Η ενεργοποίηση του κεντρικού νευρικού συστήματος μπορεί να συμβάλλει σε διαταραχές ύπνου.
- Ζάλη και κεφαλαλγία (4%-7%):
- Συνήθως εμφανίζονται στις πρώτες ημέρες χρήσης και μειώνονται με την πάροδο του χρόνου.
- Ξηροστομία (5%-8%):
- Ένα από τα λιγότερο ενοχλητικά, αλλά πάντως συχνά συμπτώματα.
- Αυξημένη αρτηριακή πίεση (2%-5%):
- Σε ορισμένες περιπτώσεις, η κυτισινικλίνη μπορεί να προκαλέσει ήπια υπέρταση, ιδιαίτερα σε ασθενείς με προϋπάρχουσες καρδιολογικές παθήσεις.
- Αλλεργικές αντιδράσεις (<1%):
- Πολύ σπάνιες, αλλά έχουν αναφερθεί δερματικά εξανθήματα και κνησμός.
Είναι σημαντικό ότι δεν έχουν παρατηρηθεί οι σοβαρές παρενέργειες που σχετίζονται με το φάρμακο Champix, δηλ. τη βαρενικλίνη (π.χ., ψυχωσικά επεισόδια ή σοβαρή κατάθλιψη).
Ασφάλεια και αντενδείξεις
Η κυτισινικλίνη θεωρείται ασφαλής για ευρύ φάσμα ασθενών, αλλά υπάρχουν κάποιες αντενδείξεις:
- Καρδιαγγειακές Παθήσεις:
- Έχει γενικά καλό προφίλ ασφάλειας, αλλά ασθενείς με σοβαρές καρδιαγγειακές παθήσεις (π.χ., πρόσφατο έμφραγμα ή ανεξέλεγκτη υπέρταση) θα πρέπει να χρησιμοποιούν το φάρμακο με προσοχή. Σε πειραματόζωα (ποντίκια) έχει παρατηρηθεί εμπλοκή με την καρδιοαναπνευστική λειτουργία και θάνατος.
- Κύηση και Θηλασμός:
- Δεν υπάρχουν επαρκή δεδομένα για τη χρήση κατά την ανθρώπινη εγκυμοσύνη και τον θηλασμό, οπότε δεν συνιστάται – ιδιαίτερα λαμβάνοντας υπόψη την τερατογένεση που έχει παρατηρηθεί σε πειραματόζωα.
- Νεφρική ή Ηπατική Ανεπάρκεια:
- Ελλείψει εκτεταμένων κλινικών δεδομένων, συνιστάται προσοχή σε ασθενείς με σοβαρή νεφρική ή ηπατική δυσλειτουργία.
Αυτό το φάρμακο παρουσιάζει αρκετά πλεονεκτήματα σε σχέση με άλλες θεραπείες διακοπής του καπνίσματος:
- Κόστος: Είναι οικονομικότερη από τη νικοτινική υποκατάσταση, το Wellbutrin (βουπροπιόνη) και από το Champix (βαρενικλίνη) το οποίο εξάλλου έχει αποσυρθεί από την αγορά στον παρόντα χρόνο.
- Προφίλ παρενεργειών: Παρουσιάζει λιγότερες και ηπιότερες παρενέργειες σε σύγκριση με το Champix.
- Αποτελεσματικότητα: Αν και ελαφρώς λιγότερο αποτελεσματική από το Champix, είναι σημαντικά ανώτερη από το εικονικό φάρμακο (placebo) και συγκρίσιμη με τη νικοτινική υποκατάσταση και το Wellbutrin.
Παρά την αποτελεσματικότητά της, υπάρχουν κάποιοι περιορισμοί:
- Έλλειψη μακροχρόνιων δεδομένων: Αν και οι μελέτες για τις βραχυπρόθεσμες ανεπιθύμητες ενέργειες είναι ενθαρρυντικές, απαιτούνται περισσότερα δεδομένα για την μακροπρόθεσμη ασφάλεια από τη χρήση.
- Μη πλήρως κατανοητός μηχανισμός δράσης: Ενώ γνωρίζουμε ότι δρα ως μερικός αγωνιστής στους νικοτινικούς υποδοχείς α4β2α4β2, οι λεπτομέρειες της αλληλεπίδρασής του φαρμάκου με άλλους υποδοχείς, ή το πώς οι διαφορές στη λειτουργία του νευρικού συστήματος μεταξύ διαφορετικών ανθρώπων επηρεάζουν την απόκριση στο φάρμακο, δεν έχουν πλήρως αποσαφηνιστεί.
- Περιορισμένες επιλογές δοσολογίας: Σε αντίθεση με άλλες θεραπείες, η δοσολογία είναι σχετικά άκαμπτη, γεγονός που μπορεί να δυσκολεύει την εξατομίκευση της θεραπείας.
Συμπεράσματα
Η κυτισινικλίνη, με τη μορφή του Tokovys, αποτελεί μια πολύ ενδιαφέρουσα εναλλακτική λύση για τη διακοπή του καπνίσματος, ιδιαίτερα για ασθενείς που αναζητούν οικονομικότερες επιλογές με ήπιο προφίλ παρενεργειών, ενώ δυσκολεύονται να διακόψουν χωρίς βοήθεια. Ωστόσο, η χρήση της πρέπει να γίνεται με προσοχή σε ασθενείς με συγκεκριμένες συννοσηρότητες και οπωσδήποτε σε συνεργασία με ψυχίατρο. Η περαιτέρω έρευνα για τη μακροχρόνια ασφάλεια και αποτελεσματικότητα της είναι απαραίτητη ώστε να εδραιωθεί πλήρως η θέση της στην κλινική πρακτική.
Βιβλιογραφία
- Cahill, K., Lindson‐Hawley, N., Thomas, K. H., Fanshawe, T. R., & Lancaster, T. (2016). Nicotine receptor partial agonists for smoking cessation. Cochrane Database of Systematic Reviews, (5), CD006103
- Tutka P, Zatoński W. Cytisine for the treatment of nicotine addiction: from a molecule to therapeutic efficacy. Pharmacol Rep. 2006 Nov-Dec;58(6):777-98. PMID: 17220536.
- West, R., & Stapleton, J. (2008). Clinical and public health significance of treatments to aid smoking cessation. European Respiratory Review, 17(110), 199-204.
- Walker, N., Howe, C., Glover, M., McRobbie, H., Barnes, J., & Nosa, V. (2014). Cytisine versus nicotine for smoking cessation. New England Journal of Medicine, 371(25), 2353-2362.