Δεν είναι λίγες οι φορές που η ιατρική επιστήμη προσέφερε ελπίδα εκεί όπου φαινόταν να έχει επέλθει αδιέξοδο. Και η παχυσαρκία, με τις πολύπλοκες ρίζες της – βιολογικές, ψυχολογικές, κοινωνικές – και τις ακόμα πιο σύνθετες επιπτώσεις της στην ανθρώπινη υγεία, είναι μία από αυτές τις περιπτώσεις. Σε αυτό το πλαίσιο, το φάρμακο Mounjaro (δραστική ουσία: tirzepatide) εμφανίστηκε πρόσφατα ως μια πολλά υποσχόμενη παρέμβαση, αρχικά για τον Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου 2, και κατόπιν για τη διαχείριση του σωματικού βάρους.
Η tirzepatide ανήκει σε μία νέα κατηγορία φαρμάκων που στοχεύουν δύο διαφορετικούς υποδοχείς εντερικών πεπτιδίων: του GLP-1 (glucagon-like peptide-1) και του GIP (glucose-dependent insulinotropic polypeptide). Οι υποδοχείς αυτοί ελέγχουν την ινσουλινοέκκριση, το αίσθημα κορεσμού και τη γαστρική κένωση. Με άλλα λόγια, το Mounjaro δεν δρα ως απλό «κατασταλτικό της όρεξης», αλλά επηρεάζει τον ίδιο τον μεταβολισμό, σε βάθος.
Πραγματικές ενδείξεις και τρόπος χορήγησης
Η κύρια εγκεκριμένη ένδειξη της tirzepatide είναι η ρύθμιση του σακχάρου αίματος σε ενήλικες με Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου 2, σε συνδυασμό με δίαιτα και άσκηση. Ωστόσο, τα δεδομένα που οδήγησαν στη δεύτερη χρήση του – τη φαρμακευτική διαχείριση της παχυσαρκίας – είναι εξαιρετικά πειστικά. Σε κλινικές μελέτες φάσης 3, όπως η SURMOUNT-1, άνθρωποι χωρίς διαβήτη που λάμβαναν tirzepatide παρουσίασαν μέση απώλεια βάρους έως και 22,5% του αρχικού τους βάρους μέσα σε 72 εβδομάδες (Jastreboff et al., 2022).

Η χορήγηση γίνεται υποδόρια, μία φορά την εβδομάδα, στην κοιλιακή χώρα ή στο μηρό. Ξεκινά με χαμηλή δόση 2,5 mg και σταδιακά αυξάνεται, κάθε τέσσερις εβδομάδες, μέχρι να φτάσει στη μέγιστη ανεκτή δόση, συνήθως μεταξύ 10 ή 15 mg. Αυτό γίνεται για να μειωθούν οι παρενέργειες του Mounjaro, να εξοικειωθεί ο οργανισμός με την παρέμβαση και να προσαρμοστεί ομαλά.
Ιατρικές επιφυλάξεις και παρενέργειες
Παρά τα εντυπωσιακά αποτελέσματα, η ιατρική κοινότητα διεθνώς παραμένει επιφυλακτική. Η κύρια ανησυχία αφορά στη μακροχρόνια ασφάλεια αυτού του νέου φαρμάκου. Αν και οι μελέτες που είναι διαθέσιμες σήμερα δεν έχουν αναδείξει σοβαρές άμεσες επιπλοκές, η εμπειρία με ανάλογα του GLP-1 (όπως το Ozempic/semaglutide) μάς έχει διδάξει ότι μπορεί να εκδηλωθεί παγκρεατίτιδα, δυσλειτουργίες θυρεοειδούς ή ακόμα και ψυχιατρικά συμπτώματα, όπως καταθλιπτική διάθεση ή αυξημένη αυτοκτονικότητα σε ευάλωτους ασθενείς (Trujillo et al., 2021).
Οι πιο συχνές παρενέργειες είναι πάντως γαστρεντερικές. Έως και 31% των χρηστών αναφέρει ναυτία, 18% εμέτους και 24% διάρροια ή παραδόξως δυσκοιλιότητα, ιδίως στις πρώτες εβδομάδες. Σε ορισμένους ανθρώπους, η γαστρεντερική δυσφορία είναι τόσο ενοχλητική που οδηγεί στη διακοπή της θεραπείας. Έχουν αναφερθεί ακόμη επεισόδια υπογλυκαιμίας, κυρίως όταν η tirzepatide χορηγείται ταυτόχρονα με ινσουλίνη ή σουλφονυλουρίες, ενώ υπάρχει μία ανησυχία για σπάνιες περιπτώσεις καρκίνου του θυρεοειδούς από πειράματα σε ποντίκια, αν και δεν έχει αποδειχθεί αιτιώδης σύνδεση σε ανθρώπους (τα τρωκτικά διαθέτουν υπερπολλαπλάσιους υποδοχείς GLP-1 καλσιτονίνης κυττάρων C στον θυρεοειδή αδένα).
Ρεαλιστικές προσδοκίες
Το Mounjaro δεν είναι μαγικό ραβδί. Δεν θεραπεύει την παχυσαρκία, που είναι ένα πολυπαραγοντικό φαινόμενο και δεν οφείλεται μόνο στην αυξημένη πρόσληψη θερμίδων. Δεν αντικαθιστά την ανάγκη για σωματική δραστηριότητα, ψυχοθεραπευτική στήριξη ή διατροφική εκπαίδευση. Είναι ένα ισχυρό εργαλείο, αλλά για να αποδώσει πραγματικά, πρέπει να ενταχθεί σε μία ολιστική προσέγγιση της υγείας.
Ωστόσο, η σύγχρονη καθημερινότητα, με τον καταιγιστικό ρυθμό της, την εργασιακή εξάντληση και τις συναισθηματικές απαιτήσεις, έχει κάνει πολλές παραδοσιακές παρεμβάσεις δύσκολα προσβάσιμες. Η τυπική διατροφολογική παρακολούθηση ή η επαγγελματική ψυχολογική στήριξη, αν και κρίσιμες για μια πραγματική μεταστροφή της ζωής, απαιτούν χρόνο, συνέπεια και ψυχικό απόθεμα που δεν διαθέτουν πάντοτε όσοι παλεύουν με την παχυσαρκία. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, το Mounjaro προσφέρεται ως μία «ευκολότερη» λύση: μία απλή ένεση την εβδομάδα που υπόσχεται απτά αποτελέσματα, χωρίς την άμεση ανάγκη για πολύπλοκες ή χρονοβόρες αλλαγές στις καθημερινές συνήθειες.

Αυτή η ευκολία, φυσικά, καθιστά το φάρμακο ιδιαίτερα ευπρόσδεκτο από ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Όμως, κρύβει και τον κίνδυνο να καλλιεργηθούν μη ρεαλιστικές προσδοκίες ή να παρακαμφθούν βαθύτερες ανάγκες, όπως η αναγνώριση των ψυχολογικών παραμέτρων που συνδέονται με τη διατροφική συμπεριφορά.
Άλλωστε, οι μελέτες έδειξαν ότι η απώλεια βάρους αναιρείται σημαντικά μετά τη διακοπή του φαρμάκου. Σε επαναξιολόγηση έξι μηνών μετά τη λήξη της θεραπείας, οι περισσότεροι συμμετέχοντες είχαν επαναπροσλάβει περίπου το 50% του βάρους που έχασαν. Ενώ άλλες προσεγγίσεις, όπως η Γνωσιακή Συμπεριφορική Θεραπεία για την παχυσαρκία προσφέρουν αυτό που η φαρμακευτική θεραπεία από μόνη της αδυνατεί: την αναδόμηση της σχέσης του ανθρώπου με το φαγητό, τις σκέψεις του και τις συμπεριφορές του, παρέχοντας μακροπρόθεσμη ανθεκτικότητα απέναντι στις διατροφικές υποτροπές. Αυτό φανερώνει την ανάγκη μακροχρόνιας παρακολούθησης, συνδυαστικών παρεμβάσεων και – ενδεχομένως – συνεχιζόμενης θεραπείας.
Υπέρ ή κατά της υποχρεωτικής συνταγογράφησης;
Καθώς το Mounjaro αρχίζει να αποκτά ευρεία απήχηση και να προσελκύει τη δημόσια προσοχή, η διαχείρισή του προκαλεί εντάσεις, όχι μόνο σε επιστημονικό αλλά και σε θεσμικό επίπεδο. Μια χαρακτηριστική ένδειξη αυτής της ρήξης ήρθε μέσα από την αντιπαράθεση ανάμεσα στο κράτος και ένα σημαντικό τμήμα της Ελληνικής ιατρικής κοινότητας, με επίκεντρο την ανακοίνωση της Ένωσης Ελευθεροεπαγγελματιών Παθολόγων Ελλάδας (ΕΕΠΕ).
Η ανακοίνωση αυτή, η οποία ασκεί κριτική στην πολιτική πλαισίωση της διάθεσης του Mounjaro ελεύθερα, με προσωπικό κόστος και χωρίς συνταγογράφηση, επισημαίνει την ανάγκη για προσεκτικότερη αξιολόγηση των δεδομένων. Αναφέρει με πολύ δόκιμο τρόπο την ανησυχία των ιατρών ότι αυτή η φαρμακευτική αγωγή κινδυνεύει να μετατραπεί σε «μαζικό καταναλωτικό αγαθό», χωρίς ουσιαστική επιστημονική εποπτεία.

Με αντικειμενικούς, ιατρικούς όρους, η χρήση του Mounjaro, όπως και άλλων ορμονικών φαρμακευτικών παρεμβάσεων, πρέπει να γίνεται με ιατρική παρακολούθηση και με εξατομικευμένα κριτήρια. Η υποχρεωτική συνταγογράφησή του από ιατρό είναι όχι μόνο επιβεβλημένη, αλλά και ζωτικής σημασίας. Η tirzepatide δεν είναι συμπλήρωμα διατροφής. Είναι μία βιοδραστική ουσία με σύνθετο προφίλ κινδύνου/οφέλους. Η μη ελεγχόμενη χρήση της – όπως ήδη παρατηρήθηκε με το Ozempic μέσω ανεπίσημων συνταγών ή «ιατρικού τουρισμού» – μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρές παρενέργειες, σπατάλη πόρων και ιατρική υποτίμηση της ανθρώπινης κατάστασης.
Η παχυσαρκία είναι ασθένεια. Όχι εμπορεύσιμο πρόβλημα αισθητικής.
Η ΕΕΠΕ σημειώνει εύστοχα ότι δεν πρόκειται για «ένα ακόμα φάρμακο αδυνατίσματος», αλλά για ισχυρή ουσία, η χρήση της οποίας προϋποθέτει αυστηρά ιατρικά κριτήρια. Σε αυτό το πλαίσιο, η δημόσια συζήτηση για την ένταξη του Mounjaro στις λίστες αποζημίωσης ή για την καθολική προσβασιμότητά του οφείλει να μην αγνοήσει τις επιστημονικές ενστάσεις και τις θεμελιώδεις αρχές της ιατρικής δεοντολογίας. Η πολιτική της ελεγχόμενης, συνταγογραφούμενης πρόσβασης δεν είναι περιορισμός. Είναι ηθική στάση και πράξη φροντίδας. Η παχυσαρκία είναι ασθένεια. Όχι εμπορεύσιμο πρόβλημα αισθητικής.
Βιβλιογραφία
Jastreboff, A. M., Aronne, L. J., Ahmad, N. N., et al. (2022). Tirzepatide once weekly for the treatment of obesity. The New England Journal of Medicine, 387(3), 205–216.
Trujillo, J. M., Nuffer, W., & Ellis, S. L. (2021). GLP-1 receptor agonists: An updated review of head-to-head clinical studies. Therapeutic Advances in Endocrinology and Metabolism, 12, 2042018821997320.