Η βάση για τη διαμόρφωση της κοινωνικής και προσωπικής ταυτότητας των ανθρώπων είναι η παιδεία που λαμβάνουν. Ωστόσο, οι μέθοδοι που υιοθετούνται στην εκπαίδευση για την ανάπτυξη των νέων μπορούν να διαφέρουν σημαντικά από χώρα σε χώρα. Στο επίκεντρο αυτής της συζήτησης στην Ελλάδα βρίσκονται ξανά σήμερα δύο διαμετρικά αντίθετες προσεγγίσεις: η επανορθωτική και η τιμωρητική παιδεία. Σε αυτό το άρθρο, θα εξετάσουμε τη σημασία της επανορθωτικής παιδείας σε αντίθεση με την τιμωρητική και θα αναλύσουμε τους λόγους για τους οποίους η καταγγελτική κουλτούρα πρέπει να απορριφθεί.
Επανορθωτική Παιδεία: Μια προσέγγιση με έμφαση στην προσωπική ανάπτυξη
Η επανορθωτική παιδεία εστιάζει στη διόρθωση των συμπεριφορών και την ανάπτυξη των παιδιών μέσω της κατανόησης και της υποστήριξης. Προωθεί την αλληλεγγύη και την ενσυναίσθηση, με έμφαση στην κατανόηση των αιτιών που οδηγούν στις ανεπιθύμητες συμπεριφορές. Μέσω αυτής της μεθόδου, οι μαθητές ενθαρρύνονται να αναγνωρίζουν τα λάθη τους και παροτρύνονται να εργάζονται για την επανόρθωση. Η επανορθωτική παιδεία αποσκοπεί σε ένα περιβάλλον όπου η μάθηση και η προσωπική ανάπτυξη είναι οι βασικές προτεραιότητες.
Η επανορθωτική παιδεία ενθαρρύνει την αυτοκριτική και επιτρέπει στους μαθητές να εξετάζουν σε βάθος τις συνέπειες των πράξεών τους. Τα παιδιά μαθαίνουν να αναπτύσσουν υπευθυνότητα και αυτογνωσία. Με αυτό τον τρόπο ενισχύεται η αίσθηση της κοινότητας και της αλληλεγγύης, καθώς οι μαθητές κατανοούν ότι οι πράξεις τους επηρεάζουν το σύνολο.
Επιπλέον, η επανορθωτική παιδεία προάγει την ανάπτυξη κοινωνικών δεξιοτήτων και την ενίσχυση της συναισθηματικής νοημοσύνης, που είναι κρίσιμες για την πρόληψη παραβατικών συμπεριφορών τόσο κατά τη διάρκεια της μαθητικής ζωής όσο και αργότερα μετά την ενηλικίωση. Μέσω της ενθάρρυνσης του διαλόγου και της επίλυσης συγκρούσεων με ειρηνικά μέσα, τα παιδιά μαθαίνουν να αντιμετωπίζουν τις διαφορές τους με σεβασμό και κατανόηση. Αυτό συμβάλλει στη δημιουργία ενός ασφαλούς και υποστηρικτικού σχολικού περιβάλλοντος, όπου όλοι αισθάνονται αποδεκτοί και σεβαστοί.
Με την έμφαση στην ανάπτυξη και την κατανόηση, δημιουργεί λοιπόν τις προϋποθέσεις για τη διαμόρφωση υπεύθυνων και συνειδητοποιημένων πολιτών. Μέσω αυτής της προσέγγισης, τα παιδιά μαθαίνουν να αναλαμβάνουν την ευθύνη των κακών συμπεριφορών τους και να εργάζονται για την επανόρθωσή τους, συμβάλλοντας έτσι στη διαμόρφωση μιας πιο δίκαιης και αλληλέγγυας κοινωνίας.
Τιμωρητική Παιδεία: Μια προσέγγιση με έμφαση στην καταστολή
Η τιμωρητική παιδεία, από την άλλη πλευρά, βασίζεται στην επιβολή ποινών ως μέσο ελέγχου και καταστολής των ανεπιθύμητων συμπεριφορών. Αυτή η προσέγγιση επικεντρώνεται στην τιμωρία και την αποθάρρυνση των μαθητών από την επανάληψη των λαθών τους μέσω της επιβολής αυστηρών ποινών. Ωστόσο, αυτή η μέθοδος αποτυγχάνει να αντιμετωπίσει τις βαθύτερες αιτίες των προβλημάτων και δυνητικά οδηγεί σε αρνητικές συνέπειες για την ψυχική και συναισθηματική υγεία των παιδιών.
Η τιμωρητική παιδεία μπορεί να δημιουργήσει ένα κλίμα φόβου και ανασφάλειας, όπου οι μαθητές αισθάνονται ότι βρίσκονται συνεχώς υπό απειλή. Αυτό είναι δυνατόν να επάγει αυξημένο άγχος και στρες, που επηρεάζουν αρνητικά την ακαδημαϊκή απόδοση και την ψυχική ευημερία των μαθητών. Επιπλέον, η συνεχής τιμωρία οδηγεί σε αποξένωση και απογοήτευση, καθώς οι μαθητές αισθάνονται ότι δεν έχουν την ευκαιρία να διορθώσουν τα λάθη τους και να αναπτυχθούν, με αποτέλεσμα να μη συμπαθούν το σχολείο και τη μάθηση.
Αντί να ενθαρρύνει την υπευθυνότητα και την αυτογνωσία, η τιμωρητική παιδεία μπορεί να οδηγήσει τα παιδιά σε αντίδραση και αντίσταση. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό στην εφηβεία, όπου η εναντιωματικότητα αποτελεί, έτσι κι αλλιώς, ένα πυρηνικό χαρακτηριστικό σε αυτή την περιόδο της ζωής. Η συνεχής επιβολή ποινών ενισχύει την αρνητική συμπεριφορά και συχνά δημιουργεί έναν φαύλο κύκλο τιμωρίας και αντίδρασης. Οι μαθητές μπορεί να αισθάνονται ότι αντιμετωπίζονται άδικα και αναπτύσσουν αρνητικά συναισθήματα για το σχολείο και τους εκπαιδευτικούς.
Επιπλέον, η τιμωρητική παιδεία υπονομεύει την ανάπτυξη της συναισθηματικής νοημοσύνης και των κοινωνικών δεξιοτήτων. Οι μαθητές μαθαίνουν να φοβούνται τις συνέπειες, αντί να κατανοούν τις επιπτώσεις των πράξεών τους και τις αρχές που διέπουν του κανόνες που καλούνται να ακολουθούν. Αυτό συνεπάγεται πιο φτωχή ενσυναίσθηση και κατανόηση των αναγκών των άλλων, καθώς και δυσκολία στην επίλυση συγκρούσεων με ειρηνικά μέσα.
Καταγγελτική Κουλτούρα: Ένας κίνδυνος για την κοινωνική συνοχή
Η καταγγελτική κουλτούρα, όπου η καταγγελία και η δημόσια διαπόμπευση θεωρούνται ως κύρια μέσα αντιμετώπισης των προβλημάτων, μπορεί να έχει σοβαρές συνέπειες για την κοινωνική συνοχή και την ατομική ευημερία. Αυτή η προσέγγιση ενθαρρύνει την άμεση και συχνά ακραία αντίδραση σε λάθη και παραπτώματα, χωρίς να δίνεται η ευκαιρία για κατανόηση και επανόρθωση.
Σε αυτό το πλαίσιο, ως επιστήμονας της ψυχικής υγείας ανησυχώ για την ψηφιακή πλατφόρμα καταγγελιών των περιστατικών bullying (stop-bullying.gov.gr). Μπορεί να δημιουργήσει περισσότερα προβλήματα παρά να τα λύσει. Πρώτον, ενδέχεται να ενισχύσει το αίσθημα άγχους και ανασφάλειας ανάμεσα στους μαθητές, καθώς θα φοβούνται ακόμη περισσότερο για την εκδίκηση από τους θύτες ή την κοινωνική απομόνωση μετά την καταγγελία που έκαναν.
Οι καταγγελίες και οι συχνές αναφορές μέσω τέτοιων πλατφορμών μπορούν να δημιουργήσουν μια ατμόσφαιρα διαρκούς σύγκρουσης και επιτήρησης μέσα στα σχολεία, αυξάνοντας το στρες τόσο στους μαθητές όσο και στους εκπαιδευτικούς. Με αυτό τον τρόπο, η αίσθηση συνεχούς παρακολούθησης μπορεί να υπονομεύσει την εμπιστοσύνη μέσα στην σχολική κοινότητα γιατί μολύνει το σχολικό περιβάλλον με μία μόνιμη καχυποψία.
Δεύτερον, τέτοιες πλατφόρμες μπορεί να χρησιμοποιηθούν κακόβουλα, με ψευδείς καταγγελίες που θα βλάψουν άδικα κάποιους μαθητές. Επίσης, το να επικεντρώνονται στην καταγγελία δεν βοηθά στην καλλιέργεια θετικών σχέσεων και στην επίλυση συγκρούσεων με τρόπο επανορθωτικό και θεραπευτικό, κάτι που είναι απαραίτητο για τη διαρκή αντιμετώπιση του bullying.
Επιπλέον, η καταγγελτική κουλτούρα μπορεί να οδηγήσει σε ανισότητες, καθώς οι καταγγελίες συχνά βασίζονται σε υποκειμενικές εκτιμήσεις και προκαταλήψεις. Οι μαθητές μπορεί να καταγγέλλονται άδικα ή να αντιμετωπίζονται με σκληρότητα και αδιαφορία, χωρίς να δίνεται η ευκαιρία για εξήγηση και υπεράσπιση. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε λάθος αξιολογήσεις των συμπεριφορών και να υπονομεύσει την εμπιστοσύνη στο θεσμό του σχολείου.
Η καταγγελτική κουλτούρα μπορεί επίσης να αποθαρρύνει την ανάληψη ευθύνης και την αυτοκριτική. Οι μαθητές θα φοβούνται να αναγνωρίζουν τα λάθη τους και να εργάζονται για την επανόρθωση, καθώς θα ανησυχούν για μία πιθανή καταγγελία σε βάρος τους και για τις συνέπειές της. Αυτό μοιραία προάγει την έλλειψη υπευθυνότητας και αυτογνωσίας, καθώς και τη δυσλειτουργία στη διαχείριση των συγκρούσεων και των διαπροσωπικών προβλημάτων.
Γιατί απορρίπτουμε την καταγγελτική κουλτούρα και την τιμωρητική προσέγγιση
Η καταγγελτική κουλτούρα, με την έμφαση στην τιμωρία και την καταστολή, δεν προάγει την κατανόηση και την ανάπτυξη. Αντίθετα, δημιουργεί ένα κλίμα φόβου και ανασφάλειας, όπου τα παιδιά αισθάνονται συνεχώς απειλούμενα. Αυτό επηρεάζει αρνητικά την ψυχική και συναισθηματική υγεία. Αντί αυτού, προτείνουμε τον διάλογο και την εισαγωγή του μαθήματος κοινωνικής ψυχολογίας και κοινωνικών δεξιοτήτων στα σχολεία, που μπορεί να διδάσκεται από ψυχολόγο. Για την αντιμετώπιση της βίας, χρειάζεται παιδεία και όχι τιμωρία.