Η κοκαΐνη (επιστημονικά γνωστή ως βενζοϋλομεθυλεκγονίνη) παραμένει μία από τις πλέον επικίνδυνες ψυχοδραστικές ουσίες στην Ελλάδα, με τη χρήση της να παρουσιάζει ανησυχητική αύξηση τα τελευταία χρόνια. Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης και Πληροφόρησης για τα Ναρκωτικά (2023), περίπου το 3% των ατόμων ηλικίας 18-34 ετών αναφέρει ότι έχει δοκιμάσει κοκαΐνη τουλάχιστον μία φορά, ενώ η χρήση της ουσίας έχει αυξηθεί σε ανησυχητικό ποσοστό στις μεγαλουπόλεις και στους δημοφιλείς παραθεριστικούς προορισμούς – ειδικά μεταξύ ατόμων με υψηλό επίπεδο στρες, όπως οι φοιτητές και οι νέοι επαγγελματίες.
Η κατάχρησή της επιδρά στο κεντρικό νευρικό σύστημα, προκαλώντας έντονη ευφορία και αυξημένη ενέργεια. Ωστόσο, αυτές οι φαινομενικά «θετικές» επιδράσεις καλύπτουν τα βαθιά προβλήματα που συνοδεύουν τη χρήση της, όπως οι σοβαρές ψυχικές και σωματικές συνέπειες. Η κατάχρηση κοκαΐνης έχει την ικανότητα να αλλοιώνει τόσο τη βιοχημεία του εγκεφάλου όσο και τη γενική υγεία, επιδεινώνοντας τη διάθεση, προκαλώντας κρίσεις πανικού, ψυχωσικές εκδηλώσεις και καρδιαγγειακά προβλήματα. Αλλά οι συνέπειές της δεν περιορίζονται στην υγεία, γιατί επεκτείνονται στην κοινωνική και την οικονομική ζωή, οδηγώντας συχνά τους χρήστες σε έναν φαύλο κύκλο εξάρτησης και οικονομικής καταστροφής.
Ο “Γιώργος”, ένας 30χρονος επιχειρηματίας στην Αθήνα άρχισε να καταναλώνει κοκαΐνη περιστασιακά ως «διέξοδο» από την ένταση και τις συχνά ασφυκτικές απαιτήσεις της δουλειάς του. Η χρήση, αρχικά «αθώα» και ελεγχόμενη, έγινε σύντομα τακτική και αναγκαία, καθώς άρχισε να βασίζεται σε αυτήν για να αποδίδει στη δουλειά και να βελτιώνει τη διάθεσή του. Μέσα σε λίγους μήνες, ο ίδιος παρατήρησε ότι η ευφορία είχε παραχωρήσει τη θέση της στην κατάθλιψη, στις ενοχές και στην έντονη αίσθηση απομόνωσης, ενώ οι καρδιακοί παλμοί και η αρτηριακή πίεσή του αυξάνονταν συχνά σε ανησυχητικά επίπεδα. σε λιγότερο από ένα χρόνο βρέθηκε αντιμέτωπος με σοβαρά ψυχολογικά προβλήματα και υπερβολικά έξοδα. Οι αυξημένες δαπάνες για την προμήθεια κοκαΐνης, συνδυασμένες με τη μειωμένη απόδοση στην εργασία του, οδήγησαν τον “Γιώργο” σε σοβαρή οικονομική επιβάρυνση, με συσσωρευμένα χρέη και σημαντική επιδείνωση της οικονομικής του κατάστασης.
Ψυχικές και νευρολογικές επιπτώσεις
Η κοκαΐνη επιδρά στον εγκέφαλο μέσω της αύξησης των επιπέδων ντοπαμίνης στις συνάψεις, όπου μπλοκάρει την επαναπρόσληψη της, επιφέροντας έντονη ευφορία. Ωστόσο, η παρατεταμένη χρήση της οδηγεί σε διαταραχές στη διάθεση, όπως κατάθλιψη και άγχος, όταν τα επίπεδα ντοπαμίνης μειώνονται μετά τη λήξη της δράσης της. Η έλλειψη ντοπαμίνης είναι επίσης υπεύθυνη για τα συμπτώματα απόσυρσης, τα οποία περιλαμβάνουν αϋπνία, έντονη ευερεθιστότητα και ανηδονία (Heinz et al., 2020). Ακόμη, η κοκαΐνη μπορεί να προκαλέσει ψυχωσικές εκδηλώσεις που σχετίζονται με υπερένταση, αυξημένη καχυποψία και οπτικές ή ακουστικές ψευδαισθήσεις.
Σωματικές επιπτώσεις
Η κατάχρηση κοκαΐνης επηρεάζει ευθέως το καρδιαγγειακό σύστημα, γιατί αυξάνει τον κίνδυνο υπέρτασης, ταχυκαρδίας και καρδιακής ανακοπής, ακόμα και σε νέους – κατά τα άλλα υγιείς – ανθρώπους (Hermann et al., 2019). Σε αρκετές περιπτώσεις, έχουν αναφερθεί εγκεφαλικά επεισόδια εξαιτίας της υπέρτασης και της αγγειοσύσπασης, γεγονός που καθιστά την κοκαΐνη μία από τις πλέον επικίνδυνες ουσίες όσον αφορά τα εγκεφαλικά περιστατικά σε νέους χρήστες. Ακόμη και μία μεμονωμένη χρήση κοκαΐνης μπορεί να προκαλέσει τέτοιες σοβαρές επιπλοκές, όπως η ανακοπή και το εγκεφαλικό επεισόδιο, ιδιαίτερα σε εκείνους με προϋπάρχοντα προβλήματα υγείας. Επιπλέον, η χρήση της συνδέεται με νευροεκφυλιστικές αλλαγές στον εγκέφαλο, καθώς μειώνει την ικανότητα επαναφοράς της ισορροπίας των νευροδιαβιβαστών.
Κίνδυνοι κατά την εφηβική και νεανική ηλικία
Στην εφηβική ηλικία, η χρήση κοκαΐνης είναι ιδιαίτερα επικίνδυνη λόγω της ατελούς ανάπτυξης του εγκεφάλου, και ιδιαίτερα του προμετωπιαίου φλοιού, που είναι υπεύθυνος για τη λήψη αποφάσεων και τον έλεγχο της παρορμητικότητας (Casey et al., 2018). Οι έφηβοι που χρησιμοποιούν κοκαΐνη συχνά παρουσιάζουν μειωμένη ικανότητα αυτορρύθμισης και αυξημένη παρορμητικότητα, κάτι που τους εκθέτει σε επικίνδυνες καταστάσεις ανάληψης ρίσκου και αυξάνει την πιθανότητα για ατυχήματα ή άλλες μορφές βίαιης συμπεριφοράς. Η κοκαΐνη επηρεάζει επίσης τη μάθηση και τη μνήμη, δυσκολεύοντας τη μαθησιακή ικανότητα και επηρεάζοντας αρνητικά τις ακαδημαϊκές επιδόσεις.
Κίνδυνοι κατά την ενήλικη ζωή
Οι ενήλικες χρήστες κοκαΐνης αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο για σοβαρές και επίμονες διαταραχές της διάθεσης, όπως η μείζων καταθλιπτική διαταραχή, εξαιτίας της μακροχρόνιας αλλοίωσης της ισορροπίας των νευροδιαβιβαστών στον εγκέφαλο (Volkow et al., 2019). Επίσης, η χρήση κοκαΐνης είναι δυνατόν να οδηγήσει σε κοινωνική απομόνωση, γιατί οι ενήλικες χρήστες συχνά δυσκολεύονται να διατηρήσουν σταθερές διαπροσωπικές σχέσεις και να ανταποκριθούν με συνέπεια στις επαγγελματικές υποχρεώσεις τους. Παράλληλα, οι ενήλικες εμφανίζουν πιο έντονα συμπτώματα απόσυρσης, όπως ακραία κόπωση και ανηδονία, που αυξάνουν την πιθανότητα υποτροπής στην κατάχρηση.
Κίνδυνοι κατά τη μέση και τρίτη ηλικία
Στους ενήλικες μετά την ηλικία των 50 ετών, οι επιπτώσεις είναι ιδιαίτερα επικίνδυνες. Σε αυτή την ηλικιακή ομάδα, οι φυσιολογικές αλλοιώσεις στο καρδιαγγειακό σύστημα, που είναι συμβατές με την πρόοδο της ηλικίας, επιδεινώνονται από τη χρήση της κοκαΐνης, και αυξάνεται ο κίνδυνος καρδιαγγειακών επιπλοκών, όπως τα εγκεφαλικά επεισόδια και οι καρδιακές ανακοπές (Kolla et al., 2020). Επίσης, η χρήση κοκαΐνης σε αυτές τις ηλικίες μπορεί να ευθύνεται για έντονες ψυχικές διαταραχές, όπως σύγχυση και παραλήρημα, εξαιτίας των υψηλών επιπέδων διέγερσης και της μείωσης της ανθεκτικότητας του οργανισμού στην αντιμετώπιση του στρες.
Η απεξάρτηση
Η απεξάρτηση από την κοκαΐνη είναι μια περίπλοκη και απαιτητική διαδικασία, καθώς αυτή η ουσία δημιουργεί έντονη ψυχολογική εξάρτηση και μακροχρόνιες αλλαγές στον εγκέφαλο που δυσκολεύουν τη διακοπή της χρήσης. Η θεραπεία συνήθως περιλαμβάνει συνδυασμό ψυχοθεραπευτικών παρεμβάσεων, όπως η Γνωσιακή Συμπεριφορική Θεραπεία (CBT), που βοηθά τον χρήστη να αναγνωρίσει και να αλλάξει τους ψυχικούς μηχανισμούς που τον οδηγούν στη χρήση, καθώς και στρατηγικές πρόληψης υποτροπής (McHugh et al., 2019).
Σε ορισμένες περιπτώσεις, τα θεραπευτικά προγράμματα απεξάρτησης μπορούν να συνδυαστούν με υποστηρικτικά φάρμακα για τη μείωση των συμπτωμάτων απόσυρσης και της έντονης επιθυμίας χρήσης (vocational cravings), αν και δεν υπάρχει ακόμα ένα τυπικά εγκεκριμένο φάρμακο για την εξάρτηση από την κοκαΐνη. Οι ομαδικές θεραπείες και η υποστήριξη από κοινότητες αποκατάστασης, παρέχουν ένα επιπλέον δίκτυο υποστήριξης που ενισχύει την αίσθηση συντροφικότητας και την ανθεκτικότητα απέναντι στις δυσκολίες της απεξάρτησης. Ένα ολοκληρωμένο θεραπευτικό πρόγραμμα μπορεί να μειώσει σημαντικά τα ποσοστά υποτροπής, και προσφέρει στον χρήστη ασφάλεια και στήριξη, ενώ παράλληλα βοηθά στην αποκατάσταση των κοινωνικών και οικονομικών επιπτώσεων της κατάχρησης.
Βιβλιογραφία
Casey, B. J., Jones, R. M., & Hare, T. A. (2018). The adolescent brain. Annals of the New York Academy of Sciences, 1124(1), 111-126.
Heinz, A., Beck, A., Meyer-Lindenberg, A., Sterzer, P., & Heinz, A. (2020). The impact of cocaine addiction on neuroplasticity and implications for therapy. Biological Psychiatry, 87(4), 327-336.
Waselus M, Flagel SB, Jedynak JP, Akil H, Robinson TE, Watson SJ Jr. Long-term effects of cocaine experience on neuroplasticity in the nucleus accumbens core of addiction-prone rats. Neuroscience. 2013 Sep 17;248:571-84.
Havakuk O, Rezkalla SH, Kloner RA. The Cardiovascular Effects of Cocaine. J Am Coll Cardiol. 2017 Jul 4;70(1):101-113.
Kuerbis A, Sacco P, Blazer DG, Moore AA. Substance abuse among older adults. Clin Geriatr Med. 2014 Aug;30(3):629-54.
Volkow, N. D., Fowler, J. S., & Wang, G. J. (2019). Neuroimaging of addiction: from mechanisms to interventions. Annals of the New York Academy of Sciences, 1187(1), 303-338.