Η ινομυαλγία είναι μια χρόνια, σύνθετη κατάσταση που συνοδεύεται από διάχυτο μυοσκελετικό πόνο, κόπωση και ποικίλα άλλα συμπτώματα που επηρεάζουν την καθημερινότητα. Αν και δεν αποτελεί νόσο που απειλεί τη ζωή, η επίδρασή της στην ποιότητα ζωής είναι βαθιά και παρατεταμένη. Παρότι η επιστήμη έχει σημειώσει σημαντική πρόοδο στην κατανόηση της ινομυαλγίας, πρόκειται για μια ασθένεια που παραμένει παρεξηγημένη, γιατί προκαλεί σύγχυση τόσο στους ασθενείς όσο και στο κοινωνικό τους περιβάλλον – ενίοτε και στους ιατρούς.
Η διαγνωστική πρόκληση
Η ινομυαλγία χαρακτηρίζεται από διάχυτο πόνο, που συχνά περιγράφεται ως “καυστικός“, “πιεστικός” ή “επίμονα ενοχλητικός“. Αυτός ο πόνος συνοδεύεται από αυξημένη ευαισθησία στην πίεση, ιδιαίτερα σε ορισμένα σημεία του σώματος (γνωστά ως tender points). Εκτός από τον πόνο, πολλοί άνθρωποι εμφανίζουν έντονη κόπωση, διαταραχές ύπνου, προβλήματα συγκέντρωσης (το αποκαλούμενο “fibro fog“), καθώς και συμπτώματα όπως σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου, κεφαλαλγίες και δυσφορία στις αρθρώσεις.
Η διάγνωση παραμένει μία πρόκληση, καθώς δεν υπάρχουν βιολογικοί δείκτες ή συγκεκριμένες εξετάσεις που επιβεβαιώνουν την ύπαρξη της νόσου. Οι ψυχίατροι στηρίζονται στη λεπτομερή λήψη ιστορικού, στις κλινικές εκτιμήσεις και στον αποκλεισμό άλλων διαγνώσεων που μπορούν να προκαλέσουν παρόμοια συμπτώματα (Wolfe et al., 2010).
Ο ιατρός εστιάζει στα ακόλουθα στοιχεία:
Ψυχολογικά συμπτώματα: Άγχος, κατάθλιψη και προβλήματα συγκέντρωσης είναι κοινά.
Διάχυτος πόνος: Οι ασθενείς περιγράφουν έναν γενικευμένο πόνο που διαρκεί τουλάχιστον τρεις μήνες και δεν περιορίζεται σε μια συγκεκριμένη περιοχή του σώματος, ενώ χαρακτηριστικά μπορεί σε διαφορετικές ημέρες να αφορά σε διαφορετικά σημεία.
Συμπτώματα κόπωσης: Η εξάντληση που δεν βελτιώνεται με την ξεκούραση.
Διαταραχές ύπνου: Συχνά οι ασθενείς αναφέρουν μη αναζωογονητικό ύπνο ή αίσθηση κόπωσης κατά την αφύπνιση.
Η φυσική εξέταση περιλαμβάνει τον έλεγχο συγκεκριμένων σημείων ευαισθησίας (tender points). Σύμφωνα με τα κριτήρια του ACR πριν το 2010, για να διαγνωσθεί η ινομυαλγία, ο ασθενής έπρεπε να εμφανίζει ευαισθησία σε τουλάχιστον 11 από τα 18 προκαθορισμένα tender points. Αυτά τα σημεία περιλάμβαναν περιοχές όπως:
- Ο αυχένας
- Οι ώμοι
- Τα γόνατα
- Οι αγκώνες
- Οι γλουτοί
Ωστόσο, αυτή η προσέγγιση έχει πλέον αντικατασταθεί, καθώς δεν αντανακλά πλήρως την κλινική εικόνα της πάθησης. Τα σύγχρονα κριτήρια δίνουν έμφαση στην εκτίμηση της διάχυσης του πόνου, των συνοδών συμπτωμάτων και στη συνολική εμπειρία του ασθενούς.
Δείκτης Διάχυτου Πόνου (Widespread Pain Index – WPI):
Ο δείκτης WPI καταγράφει σε πόσες από 19 προκαθορισμένες περιοχές του σώματος ο ασθενής αισθάνεται πόνο τις τελευταίες 7 ημέρες. Κάθε περιοχή με πόνο προσθέτει έναν βαθμό.
Δείκτης Σοβαρότητας Συμπτωμάτων (Symptom Severity Score – SSS):
Ο SSS αξιολογεί την ένταση συμπτωμάτων όπως:
- Κόπωση
- Μη αναζωογονητικός ύπνος
- Γνωστική δυσλειτουργία
- Παρουσία άλλων σωματικών συμπτωμάτων (π.χ. κεφαλαλγία, κατάθλιψη)
Οι βαθμοί από το WPI και το SSS συνδυάζονται για να αποφασιστεί εάν ο ασθενής πληροί τα διαγνωστικά κριτήρια. Αλλά όπως αναφέρθηκε η ινομυαλγία αποτελεί διάγνωση αποκλεισμού, που σημαίνει ότι ο ιατρός πρέπει να αποκλείσει άλλες παθήσεις που θα μπορούσαν να προκαλέσουν παρόμοια συμπτώματα. Οι κοινές καταστάσεις που πρέπει να αποκλειστούν περιλαμβάνουν:
- Ρευματοειδής αρθρίτιδα: Έλεγχος για ρευματοειδή παράγοντα και αντισώματα κατά του CCP.
- Συστηματικός ερυθηματώδης λύκος: Έλεγχος για αντιπυρηνικά αντισώματα (ANA).
- Υποθυρεοειδισμός: Μέτρηση των επιπέδων TSH και ελεύθερης θυροξίνης.
- Σύνδρομο χρόνιας κόπωσης: Παρόμοιο αλλά ξεχωριστό σύνδρομο με επικρατούσα την έντονη κόπωση.
Αιματολογικές εξετάσεις, όπως πλήρης αιματολογικός έλεγχος, δείκτες φλεγμονής (CRP, ESR) και βιταμίνες (π.χ. βιταμίνη D), είναι επίσης απαραίτητες για τον αποκλεισμό άλλης αιτιολογίας.
Επίσης, έχει μεγάλη αξία η εκτίμηση της συναισθηματικής ευεξίας και της ποιότητας ζωής, καθώς οι διαταραχές διάθεσης και άγχους, που είναι κοινές σε αυτούς τους ασθενείς, μπορούν να επιδεινώνουν τα συμπτώματα.
Αιτιολογία
Πιστεύουμε σήμερα ότι πρόκειται για μια πολυπαραγοντική κατάσταση, όπου η γενετική προδιάθεση, οι περιβαλλοντικοί παράγοντες και οι αλλαγές στη νευρολογική επεξεργασία του πόνου παίζουν σημαντικό ρόλο.
Οι έρευνες έχουν δείξει ότι οι ασθενείς με ινομυαλγία παρουσιάζουν μία δυσλειτουργία στο κεντρικό νευρικό σύστημα, που ονομάζεται κεντρική ευαισθητοποίηση. Αυτή η κατάσταση οδηγεί σε υπερβολική απόκριση του εγκεφάλου στα σήματα πόνου, ακόμη και σε ερεθίσματα που φυσιολογικά δεν θα έπρεπε να προκαλούν δυσφορία (Clauw, 2014). Επιπλέον, υπάρχουν ενδείξεις για ανισορροπίες σε νευροδιαβιβαστικές ουσίες, όπως η σεροτονίνη και η νορεπινεφρίνη, που συμμετέχουν στη ρύθμιση του πόνου και της διάθεσης.
Η έκθεση σε τραυματικά γεγονότα, τόσο σωματικά όσο και συναισθηματικά, έχει συσχετιστεί με την εμφάνιση της ινομυαλγίας. Ειδικά το χρόνιο στρες φαίνεται ότι ενεργοποιεί μηχανισμούς που οδηγούν σε αυξημένη ευαισθησία στον πόνο και διαταραχές του ανοσοποιητικού συστήματος (Kadetoff et al., 2012).
Οι επιπτώσεις στη ζωή
Η ινομυαλγία επηρεάζει όχι μόνο τη φυσική υγεία αλλά και την ψυχική και κοινωνική ευεξία. Οι πάσχοντες αναφέρουν αίσθημα απομόνωσης, καθώς οι γύρω τους δυσκολεύονται να κατανοήσουν την “αόρατη” φύση της ασθένειας. Η σκέψη ότι “κανείς δεν με πιστεύει” μπορεί να εντείνει το άγχος και την κατάθλιψη, δημιουργώντας έναν φαύλο κύκλο συναισθηματικής επιβάρυνσης.
Επιπλέον, η αδυναμία συμμετοχής σε ορισμένες δραστηριότητες που μπορεί να περιλαμβάνει η εργασία, καθώς και η ανάγκη για τακτική ιατρική παρακολούθηση επιβαρύνουν οικονομικά τους ασθενείς. Παράλληλα, οι κοινωνικές σχέσεις μπορεί να υποφέρουν, λόγω της μειωμένης ενέργειας και της ανάγκης για ξεκούραση.
Διαχείριση και θεραπεία
Παρόλο που δεν υπάρχει θεραπεία που να εξαλείφει την ινομυαλγία, υπάρχουν στρατηγικές που βοηθούν στη διαχείριση των συμπτωμάτων.
Τα φάρμακα που χρησιμοποιούνται, περιλαμβάνουν αντικαταθλιπτικά (π.χ. αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης και νορεπινεφρίνης) και αντιεπιληπτικά (π.χ. γκαμπαπεντίνη), που έχουν αποδεδειγμένη αποτελεσματικότητα στη μείωση του πόνου και στη βελτίωση της ποιότητας ζωής (Arnold et al., 2012).
Η Γνωσιακή Συμπεριφορική Θεραπεία (CBT) βοηθά στην αντιμετώπιση του πόνου και στην αποτελεσματική προσαρμογή στις καθημερινές προκλήσεις. Επίσης, η τεχνική του mindfulness είναι δυνατόν να μειώνει την ένταση των συμπτωμάτων και να προάγει τη συναισθηματική ισορροπία.
Ομοίως, η ήπια αερόβια άσκηση, όπως η γιόγκα και το περπάτημα, έχουν αποδειχθεί ιδιαίτερα ωφέλιμες, καθώς μειώνουν τον πόνο και ενισχύουν τη φυσική αντοχή (Busch et al., 2011).
Η ινομυαλγία απαιτεί διεπιστημονική προσέγγιση, αλλά πάνω από όλα απαιτεί κατανόηση και συμπόνια. Η αναγνώριση του πόνου και η παροχή ψυχικής και κοινωνικής υποστήριξης μπορούν να κάνουν τη διαφορά για τους ανθρώπους που ζουν με αυτή την ασθένεια. Είναι κρίσιμο να θυμόμαστε ότι κάθε περίπτωση είναι μοναδική, και η διαχείριση πρέπει να προσαρμόζεται στις ιδιαίτερες ανάγκες του κάθε ασθενούς.
Βιβλιογραφία
- Arnold, L. M., Keck, P. E., & Welge, J. A. (2012). Antidepressant treatment of fibromyalgia: A meta-analysis and review. Psychosomatics, 43(3), 239-249.
- Busch, A. J., Webber, S. C., Richards, R. S., et al. (2011). Exercise therapy for fibromyalgia. Current Pain and Headache Reports, 15(5), 358-367.
- Clauw, D. J. (2014). Fibromyalgia: A clinical review. JAMA, 311(15), 1547-1555.
- Kadetoff, D., Kosek, E., & Lampa, J. (2012). Evidence of central inflammation in fibromyalgia: A positron emission tomography study. Brain, Behavior, and Immunity, 26(8), 1195-1199.
- Wolfe, F., Clauw, D. J., Fitzcharles, M. A., et al. (2010). The American College of Rheumatology preliminary diagnostic criteria for fibromyalgia and measurement of symptom severity. Arthritis Care & Research, 62(5), 600-610.