Η ιστορία του Γιάννη ξεκινάει μια συνηθισμένη ημέρα σε ένα μικρό καφέ, όπου ένας φίλος του του μίλησε για πρώτη φορά για τα κρυπτονομίσματα. Ήταν μια έννοια ξένη, σχεδόν μαγική: ένα νόμισμα χωρίς φυσική υπόσταση, που υπάρχει μόνο στο διαδίκτυο και υπόσχεται αστρονομικά κέρδη. Για τον Γιάννη, όπως και για πολλούς άλλους, τα κρυπτονομίσματα έγιναν συνώνυμο μιας γρήγορης, σχεδόν ανέφικτης, ευκαιρίας πλουτισμού.
Αυτό που τον ώθησε να επενδύσει δεν ήταν μόνο η προοπτική εύκολου χρήματος, αλλά και η ανάγκη να συμμετάσχει σε κάτι νέο και συναρπαστικό. Ήταν η ίδια ψυχολογική παρόρμηση που εντοπίζεται σε πολλούς ανθρώπους: η προσδοκία της επιβράβευσης, σε συνδυασμό με την αίσθηση του «φόβου της απώλειας ευκαιρίας». Έρευνες δείχνουν ότι οι άνθρωποι επηρεάζονται πολύ στις αποφάσεις τους από συμπεριφορές που εκδηλώνονται στις κοινότητές τους και συχνά αναλαμβάνουν ρίσκο όταν πιστεύουν ότι και άλλοι κάνουν το ίδιο (Baker & Ricciardi, 2014).
Η αγορά των κρυπτονομισμάτων χαρακτηρίζεται από ακραία μεταβλητότητα, αλλά παρά τις τεράστιες διακυμάνσεις στις τιμές, οι επενδυτές παραμένουν προσηλωμένοι σε αυτήν. Η φαινομενική αντίφαση μπορεί να εξηγηθεί μέσα από την ψυχολογία του ρίσκου. Ο εγκέφαλος μας είναι σχεδιασμένος να ανταποκρίνεται έντονα σε ανταμοιβές, ιδίως όταν αυτές φαίνονται άμεσες και μεγάλες. Οι περισσότεροι μικροεπενδυτές πείθουν τους εαυτούς τους ότι είναι ικανοί να «νικήσουν το σύστημα», στηριζόμενοι σε μια υπερεκτίμηση των γνώσεων ή των ικανοτήτων τους. Αυτή η γνωστική προκατάληψη είναι γνωστή ως «ψευδαίσθηση του ελέγχου» (illusion of control), και έχει καταγραφεί σε πολλές συμπεριφορικές μελέτες για τον οικονομικό κίνδυνο (Langer, 1975).
Ο Γιάννης παρακολουθούσε τη διακύμανση της αξίας των κρυπρονομισμάτων Bitcoin, Hedera, XRP και Solana που είχε αγοράσει ακόμα και μέσα στη νύχτα, ξυπνώντας με αγωνία για να δει αν η επένδυσή του αυξάνονταν ή μειώνονταν. Αυτή η συνεχής ενασχόληση δεν ήταν απλώς οικονομική, αλλά και συναισθηματική. Η επένδυση έγινε για εκείνον ένα παιχνίδι έντασης, ένας κύκλος προσδοκίας και απογοήτευσης, που τον κρατούσε εγκλωβισμένο σε μια ψυχολογική δίνη. Η συναισθηματική εμπλοκή και η αδρεναλίνη που σχετίζεται με τη μεταβλητότητα εξηγεί εν μέρει γιατί οι επενδυτές παραμένουν στην αγορά, ακόμη και όταν οι απώλειες είναι σοβαρές.
Η αντίσταση στις απώλειες
Παράλληλα, υπάρχει και η κοινωνική διάσταση. Η συμμετοχή σε ομάδες διαδικτύου, φόρουμ ή κοινότητες, όπου οι άνθρωποι μοιράζονται τις επενδυτικές τους ιστορίες, τις απόψεις και τις προβλέψεις τους, δημιουργεί μια αίσθηση ταυτότητας. Η ανάγκη τους να νιώθουν μέλη μιας «ελίτ» ή πρωτοποριακής ομάδας γίνεται για πολλούς ένα πολύ ισχυρό κίνητρο. Η κοινωνική επικύρωση λειτουργεί ως πρόσθετη ενίσχυση για την ανάληψη ρίσκου, ακόμα και όταν τα δεδομένα υποδεικνύουν ότι οι πιθανότητες είναι εναντίον τους.
Οι επιστήμονες της συμπεριφοράς έχουν επίσης παρατηρήσει εδώ ένα φαινόμενο που αποκαλούν ως «αντίσταση στις απώλειες» (loss aversion), όπου οι άνθρωποι αποφεύγουν να αναγνωρίζουν την ήττα τους. Ο Γιάννης, παρά τις προσωρινές απώλειες, προτιμούσε να διατηρεί την επένδυσή του, με την απόλυτη πεποίθηση ότι οι τιμές τελικά θα αυξάνονταν. Αυτή η στάση συχνά οδηγεί σε παράταση της συμμετοχής, με την ελπίδα μιας ανάκαμψης που μπορεί να μην έρθει ποτέ.
ποτέ μην επενδύεις περισσότερα χρήματα από όσα αντέχεις να χάνεις χωρίς να επηρεάζεται η ποιότητα της ζωής σου
Τελικά, η ιστορία του Γιάννη είναι η ιστορία πολλών επενδυτών σε κρυπτονομίσματα. Η έλξη της αγοράς των κρυπτονομισμάτων δεν βασίζεται μόνο σε οικονομικές προοπτικές, αλλά και στη σύνθετη αλληλεπίδραση της ανθρώπινης ψυχολογίας: την προσδοκία ανταμοιβής, τον φόβο της απώλειας, τη γνωστική προκατάληψη και ένα συγκεκριμένο μοτίβο συμπεριφοράς. Διόλου τυχαία, οι πραγματικοί γνώστες αυτής της αγοράς διατυπώνουν ένα αξίωμα που κάθε επενδυτής οφείλει να θυμάται: ποτέ μην επενδύεις περισσότερα χρήματα από όσα αντέχεις να χάνεις χωρίς να επηρεάζεται η ποιότητα της ζωής σου.
Αυτή η υπενθύμιση δεν είναι απλώς μια συμβουλή περί αναγκαίας σύνεσης, αλλά μια ψυχική ασπίδα απέναντι στο άγχος που συνοδεύει τις οικονομικές απώλειες. Όταν τα χρήματα που επενδύονται δεν υπερβαίνουν τις «ασφαλείς ζώνες» του προσωπικού προϋπολογισμού, οι επενδυτές είναι λιγότερο επιρρεπείς σε πανικό ή λανθασμένες αποφάσεις υπό συναισθηματική πίεση. Επιπλέον, μειώνεται η πιθανότητα να υποπέσουν σε φαύλους κύκλους ατέρμονων προσπαθειών να «ανακτήσουν» απώλειες, που συνήθως οδηγούν σε ακόμα μεγαλύτερες ζημίες.
Η αυστηρή εφαρμογή αυτής της αρχής επιτρέπει στον – καλώς ή κακώς – αποφασισμένο επενδυτή να διατηρεί την ψυχική του ισορροπία και να προσεγγίζει την αγορά με μεγαλύτερη διαύγεια, μειώνοντας την επίδραση των γνωστικών προκαταλήψεων, όπως η ψευδαίσθηση του ελέγχου ή η αντίσταση στις απώλειες. Στο τέλος της ημέρας, καμία επένδυση – όσο κερδοφόρος κι αν υπόσχεται ότι είναι – δεν αξίζει την ψυχική φθορά ή την ανατροπή της ζωής ενός ανθρώπου.
Το ιατρείο μας προσφέρει εξειδικευμένη υποστήριξη για την αντιμετώπιση ψυχολογικών εξαρτήσεων, όπως οι επενδύσεις σε κρυπτονομίσματα. Μέσω εξατομικευμένων συνεδριών, βοηθάμε τους ασθενείς να αναγνωρίσουν τις συμπεριφορές υψηλού κινδύνου, να διαχειριστούν το άγχος που προκαλεί η αβεβαιότητα της αγοράς και να ανακτήσουν τον έλεγχο της ζωής τους. Εστιάζουμε στη γνωστική αναδόμηση, την ανάπτυξη υγιών μηχανισμών διαχείρισης και την καλλιέργεια μιας ισορροπημένης σχέσης με τα οικονομικά.
Βιβλιογραφία
- Baker, H. K., & Ricciardi, V. (2015) Understanding Behavioral Aspects of Financial Planning and Investing. Journal of Financial Planning, Volume 28, Issue 3, pp. 22-26.
- Kahneman, D., & Tversky, A. (1979). Prospect theory: An analysis of decision under risk. Econometrica, 47(2), 263-291.
- Langer, E. J. (1975). The illusion of control. Journal of Personality and Social Psychology, 32(2), 311-328.
- Shefrin, H. (2000). Beyond greed and fear: Understanding behavioral finance and the psychology of investing. Boston, MA: Harvard Business School Press.