Η πρόσφατη τραγωδία στην Εύβοια, όπου ένας 75χρονος άνδρας, αφού έχασε το σπίτι του σε πλειστηριασμό, σκότωσε τον νέο 50χρονο ιδιοκτήτη και στη συνέχεια αυτοκτόνησε, αναδεικνύει με δραματικό τρόπο τις ψυχολογικές επιπτώσεις που μπορεί να επιφέρει η απώλεια κατοικίας. Πρόκειται για ένα τραγικό ξέσπασμα μιας κοινωνικής σιωπής που διαρκεί χρόνια· ενός υπόγειου ποταμού απόγνωσης που διαπερνά τις ζωές χιλιάδων ανθρώπων στην Ελλάδα, κυρίως μέσα από την υπερχρέωση, την αβεβαιότητα και τον αργό, βασανιστικό εκτοπισμό από τον πυρήνα της ίδιας της ζωής τους: το σπίτι τους.
Η συντριβή της κατοικίας ως σταθεράς
Για τον άνθρωπο, η κατοικία δεν είναι μόνο στέγη. Δεν είναι μόνο τοίχοι και κεραμίδια. Είναι ο τόπος της ασφάλειας και των αναμνήσεων. Είναι το εσωτερικό αρχιπέλαγος του ανήκειν. Όταν το σπίτι απειλείται ή χάνεται, αυτό που καταρρέει δεν είναι απλώς ένας προσωπικός προϋπολογισμός, αλλά το οικοδόμημα της ψυχικής συνοχής. Όπως έδειξε η έρευνα των Bentley και συνεργατών (2011), η οικονομική πίεση από στεγαστικά δάνεια συνδέεται με την αυξημένη εμφάνιση συμπτωμάτων κατάθλιψης, ακόμη και όταν οι άνθρωποι δεν έχουν φτάσει σε σημείο κατάσχεσης ή έξωσης.

Το βάρος των δανείων και η σιωπηλή εσωτερική χρεοκοπία
Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 2000, το όνειρο της ιδιοκατοίκησης μετατράπηκε σε μαζική παγίδα, μέσα από την άμετρη χορήγηση στεγαστικών δανείων. Το τραπεζικό σύστημα, με τα ευρωπαϊκά κεφάλαια να ρέουν, έσπειρε μια ψευδαίσθηση ευημερίας. Σήμερα, περισσότερα από 1 στα 3 ελληνικά νοικοκυριά αντιμετωπίζουν προβλήματα εξυπηρέτησης χρεών, με πολλά από αυτά να έχουν ήδη χάσει ή να κινδυνεύουν να χάσουν την κατοικία τους. Όμως αυτό που σπάνια καταγράφεται είναι η εσωτερική διάλυση που συνοδεύει αυτό το οικονομικό αδιέξοδο: η ενοχή, η ντροπή, η απομόνωση, το αίσθημα ανεπάρκειας.
Σε μια κουλτούρα όπου η «κατοχή σπιτιού» λειτουργεί ως κοινωνικό ορόσημο, η απώλεια της ιδιοκατοίκησης βιώνεται ως ηθική αποτυχία και ως βαθιά προσωπική απώλεια, όχι απλά σαν πρακτική ή οικονομική δυσχέρεια.
Θυμάμαι έναν θεραπευόμενό μου – ας τον πούμε Μανώλη – που ήρθε στο ιατρείο μας πριν μερικά χρόνια. Ήταν γύρω στα 50, με βλέμμα που δεν σε κοιτούσε ποτέ ευθεία, σαν να ένιωθε ένοχος ακόμα και για την ανάσα του. Είχε χάσει τη δουλειά του, μετά το λουκέτο σε μια μικρή επιχείρηση που διατηρούσε σχεδόν είκοσι χρόνια. Το σπίτι του, αγορασμένο με δάνειο, είχε ήδη περάσει στα «κόκκινα». Τον ενοχλούσε λιγότερο η τράπεζα και περισσότερο το βλέμμα του πατέρα του – του ανθρώπου που του είχε παραδώσει ένα οικόπεδο για να «χτίσει κάτι δικό του».

Ήταν η ντροπή που τον έλιωνε, όχι ο φόβος. Μου έλεγε πως δεν μπορούσε να κοιμηθεί πια στο κρεβάτι του, γιατί αυτός ήταν ο μόνος χώρος του σπιτιού που δεν είχε ακόμα «μολυνθεί» από τη σκέψη της έξωσης. «Το σπίτι μου το έφαγα εγώ», έλεγε. Είχε πείσει τον εαυτό του πως έφταιγε ο ίδιος – όχι το σύστημα, όχι οι συγκυρίες, όχι η αδικία. Αυτός. Ένας άνθρωπος που κουβαλούσε πάνω του τη συλλογική αποτυχία μιας ολόκληρης εποχής, σα να ήταν ατομικό λάθος.
Εκείνο που με συγκλόνισε δεν ήταν μόνο η κατάθλιψη ή οι κρίσεις πανικού του. Ήταν η ακραία μοναξιά του. Κανείς δεν ήξερε την αλήθεια, ούτε τα παιδιά του, ούτε οι φίλοι του. Είχε ντυθεί την κανονικότητα σαν πανοπλία και σιγά-σιγά είχε αρχίσει να μην ξεχωρίζει πια αν πονούσε επειδή κινδύνευε να χάσει το σπίτι του ή επειδή είχε ήδη χάσει τον εαυτό του μέσα σ’ αυτό.
Στεγαστική κρίση και σύγχρονη εξορία
Τα τελευταία χρόνια, οι τιμές των ενοικίων έχουν εκτοξευθεί, ειδικά στα αστικά κέντρα. Οι νέοι δεν μπορούν να ανεξαρτητοποιηθούν, τα ζευγάρια δυσκολεύονται να κάνουν οικογένεια, και οι ηλικιωμένοι νιώθουν εγκλωβισμένοι σε ακατάλληλα σπίτια, χωρίς εναλλακτικές. Η Airbnb-οποίηση του αστικού τοπίου και η ανεξέλεγκτη κερδοσκοπία στα ακίνητα μετατρέπουν το δικαίωμα στη στέγαση σε ένα ακριβό προνόμιο.
Η στεγαστική ανασφάλεια, όπως επισημαίνει ο Denary και συνεργάτες (2021), σχετίζεται με αυξημένα επίπεδα στρες, άγχους και σωματικής δυσφορίας. Δεν χρειάζεται κάποιος να μείνει άστεγος για να αισθανθεί την απειλή. Η συνεχής μετακίνηση, η απώλεια σταθερότητας, η ζωή με μια βαλίτσα ψυχικής ετοιμότητας, φθείρουν τον ψυχισμό σταδιακά και αδυσώπητα.

Το ψυχικό τίμημα της αόρατης κρίσης
Οι αριθμοί είναι σκληροί, αλλά δεν λένε την αλήθεια. Η αλήθεια κρύβεται στις νύχτες αϋπνίας, στους καβγάδες από το άγχος, στη σιωπή στο τραπέζι του δείπνου, στην παιδική ανασφάλεια, στην κατάθλιψη που βαθαίνει. Κρύβεται στους ανθρώπους που δεν ζητούν βοήθεια γιατί ντρέπονται, γιατί νιώθουν «λίγοι», γιατί θεωρούν πως απέτυχαν σε κάτι που «όλοι οι άλλοι καταφέρνουν».
κάθε φορά που το σύστημα αποτυγχάνει να προστατέψει το δικαίωμα στη στέγαση, σπρώχνει ανθρώπους σ’ έναν υπαρξιακό γκρεμό.
Η κοινωνία μας χρειάζεται επειγόντως ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο γύρω από τη στέγαση. Η στέγη δεν είναι επένδυση. Είναι ανθρώπινο δικαίωμα. Και κάθε φορά που το σύστημα αποτυγχάνει να το προστατεύσει, πρέπει να ξέρουμε πως δεν ρίχνει κάποιον απλώς στον δρόμο. Τον σπρώχνει σ’ έναν υπαρξιακό γκρεμό, όπου η απελπισία μπορεί να γίνει ο μόνος ορατός δρόμος.
Και σε αυτήν τη χώρα, δεν πρέπει να αφήσουμε την απόγνωση να χτίζει φωλιά μέσα μας.
Βιβλιογραφία
Bentley, R., Baker, E., Mason, K., Subramanian, S. V., & Kavanagh, A. M. (2011). Association between housing affordability and mental health: a longitudinal analysis of a nationally representative household survey in Australia. Am J Epidemiol. 2011 Oct 1;174(7):753-60.
Denary, W., Fenelon, A., Schlesinger, P., Purtle, J., Blankenship, K. M., & Keene, D. E. (2021). Does rental assistance improve mental health? Insights from a longitudinal cohort study. Soc Sci Med. 2021 Aug;282:114100.
Tsai J. (2018). Lifetime and 1-year prevalence of homelessness in the US population: results from the National Epidemiologic Survey on Alcohol and Related Conditions-III. Journal of public health (Oxford, England), 40(1), 65–74.
Hawthorne, G. (2008). Perceived social isolation and depression in a community sample. Social Psychiatry and Psychiatric Epidemiology, 43(2), 140-150.