Είναι τα όνειρα μονάχα φευγαλέες φαντασιώσεις του νου ή μήπως κρύβουν κάποια μορφή βαθύτερης, σχεδόν μυστικής γνώσης για τη ζωή και το μέλλον; Η ανάγκη να βρούμε νόημα σε αυτά τα εσωτερικά θεάματα ακολουθεί πεισματικά την ανθρωπότητα μέσα στους αιώνες – από τα ονειρομαντεία της αρχαιότητας μέχρι τις σύγχρονες θεωρίες της νευροεπιστήμης.
Σύμφωνα με τη νευροβιολογική θεώρηση, τα όνειρα παράγονται κατά κύριο λόγο στη φάση του ύπνου REM, όταν η δραστηριότητα του εγκεφάλου μοιάζει εκπληκτικά με εκείνη της εγρήγορσης. Η θεωρία «ενεργοποίησης-σύνθεσης» των Hobson και McCarley (1977) υποστηρίζει ότι τα όνειρα αποτελούν προϊόν της προσπάθειας του εγκεφάλου να ερμηνεύσει εσωτερικά νευρικά σήματα που παράγονται τυχαία κατά τη διάρκεια του ύπνου. Ο εγκέφαλος, με άλλα λόγια, προσπαθεί με την αστείρευτη ερμηνευτική του ικανότητα να υφάνει μια αφήγηση μέσα από το χάος και να μετατρέψει τον θόρυβο σε νόημα.
Το όνειρο δεν προφητεύει το μέλλον. Το προετοιμάζει.
Και όμως, τα όνειρα σπάνια μοιάζουν με απλό «θόρυβο» πληροφοριών. Συνήθως έχουν συναίσθημα, συμβολισμό, ή ακολουθούν επαναλαμβανόμενα μοτίβα. Η θεωρία της συναισθηματικής ρύθμισης προτείνει ότι τα όνειρα λειτουργούν σαν μια νυχτερινή ψυχοθεραπεία, μέσα από την οποία ο εγκέφαλος επεξεργάζεται συναισθηματικά φορτισμένα γεγονότα, επουλώνει τραύματα, ενσωματώνει μνήμες. Η Rosalind Cartwright (2010) υποστήριξε ότι οι άνθρωποι που ονειρεύονται πιο έντονα και συναισθηματικά αντιμετωπίζουν με μεγαλύτερη ανθεκτικότητα τα τραύματα της ζωής. Και από αυτή την οπτική γωνία, το όνειρο δεν προφητεύει το μέλλον. Το προετοιμάζει.

Η πιο συναρπαστική όμως ερώτηση παραμένει: μπορούν τα όνειρα να προβλέψουν κάτι που θα συμβεί; Η απάντηση είναι σύνθετη. Από τη μία, δεν υπάρχει επιστημονική απόδειξη ότι τα όνειρα έχουν τη δύναμη να αποκαλύψουν το μέλλον με συγκεκριμένους τρόπους. Από την άλλη, πολλές φορές οι άνθρωποι βλέπουν όνειρα που μοιάζουν εξόχως προφητικά. Τι εξηγεί αυτή τη σύμπτωση;
Ο Antti Revonsuo (2000) πρότεινε ότι τα όνειρα είναι ένα είδος “εικονικής πραγματικότητας” στην οποία ο άνθρωπος εξασκείται για απειλές, κοινωνικές προκλήσεις ή υπαρξιακές συγκρούσεις. Ο ύπνος γίνεται ένα πειραματικό εργαστήριο όπου ο εγκέφαλος δοκιμάζει και προβάρει πιθανά σενάρια επιβίωσης – και κάποια από αυτά, αναπόφευκτα, μοιάζουν με πραγματικά γεγονότα που συμβαίνουν αργότερα. Όχι επειδή τα προέβλεψε, αλλά επειδή ο ανθρώπινος νους επεξεργάζεται τα ίδια δεδομένα που τελικά οδηγούν σε προβλέψιμα αποτελέσματα.
Ο Freud έβλεπε στα όνειρα τις μεταμφιεσμένες επιθυμίες του ασυνείδητου, ενώ ο Jung τα θεωρούσε μηνύματα από το εσωτερικό σύμπαν της ψυχής, ένα είδος εσωτερικής καθοδήγησης προς την ολοκλήρωση του εαυτού. Ειδικά για τον Jung, το όνειρο είχε αποστολή. Ήταν φάρος, όχι σύμπτωμα.
Τι μπορούμε λοιπόν να πούμε με βεβαιότητα; Ότι τα όνειρα δεν προβλέπουν το μέλλον με μαγικό τρόπο, αλλά καλλιεργούν εκείνες τις νοητικές και συναισθηματικές διεργασίες που μας επιτρέπουν να σταθούμε απέναντι στο μέλλον – όσο αβέβαιο κι αν είναι – με λίγο μεγαλύτερη δύναμη και λίγη περισσότερη επίγνωση. Ίσως τελικά να μη χρειάζεται να τα αντιμετωπίζουμε ως προφητείες, αλλά ως ειλικρινείς καθρέφτες του εσωτερικού μας κόσμου. Έναν κόσμο που, όταν καταφέρνουμε να τον αφουγκραστούμε, μας αποκαλύπτει περισσότερα από όσα νομίζουμε.

Η δε απουσία ονείρων, μολονότι δε συνιστά από μόνη της παθολογία, μπορεί να λειτουργήσει ως σιωπηλός δείκτης μεταβολών στη νευροψυχιατρική ισορροπία. Πολλοί άνθρωποι πιστεύουν ότι δεν ονειρεύονται, ενώ στην πραγματικότητα απλώς δεν θυμούνται τα όνειρά τους – ένα φαινόμενο φυσιολογικό, που συχνά εξαρτάται από το στάδιο του ύπνου κατά το οποίο ξυπνά το άτομο ή από τα επίπεδα νοραδρεναλίνης και ακετυλοχολίνης στον εγκέφαλο (Stickgold, 2002). Ωστόσο, η πλήρης και επίμονη απουσία ονειρικής δραστηριότητας, όταν επιβεβαιώνεται και σε μελέτες ύπνου, μπορεί να σχετίζεται με βλάβες στο μεταιχμιακό σύστημα, στην περιοχή του προμετωπιαίου φλοιού ή στον ιππόκαμπο – περιοχές που συμμετέχουν ενεργά στην παραγωγή και την ανάκληση των ονείρων.
Επιπλέον, ορισμένα φάρμακα μπορούν να καταστέλουν τον ύπνο REM, μειώνοντας δραματικά τη συχνότητα και τη ζωντάνια των ονείρων, κάτι που ενίοτε συνδέεται με συναισθηματική αποπροσωποποίηση ή επίπεδη συναισθηματική απόκριση (Nielsen, 2000).
Σε βαριές καταστάσεις κατάθλιψης, άγχους ή σε ψυχωτικές διαταραχές, η φτώχεια της ονειρικής ζωής αντανακλά τη γενικότερη αδυναμία ενός ανθρώπου να φανταστεί, να προβάλει σενάρια ή να οργανώσει συμβολικά το άγχος του. Το όνειρο, λοιπόν, δεν είναι απλώς νυχτερινή εμπειρία – είναι τεκμήριο εσωτερικής ζωής. Όταν σβήνει, κάτι βαθύτερο σιγεί.
Βιβλιογραφία
Cartwright, R. (2010). The twenty-four hour mind: The role of sleep and dreaming in our emotional lives. Oxford University Press.
Freud, S. (1900). The Interpretation of Dreams. Macmillan.
Domhoff, G. W. (2003). The Scientific Study of Dreams: Neural Networks, Cognitive Development, and Content Analysis. American Psychological Association.
Hobson, J. A., & McCarley, R. W. (1977). The brain as a dream state generator: An activation-synthesis hypothesis of the dream process. The American Journal of Psychiatry, 134(12), 1335–1348.
Jung, C. G. (1964). Man and His Symbols. Doubleday.
Nielsen, T. A. (2000). A review of mentation in REM and NREM sleep: “Covert REM sleep” as a possible reconciliation of two opposing models. Behavioral and Brain Sciences, 23(6), 851–866.
Revonsuo, A. (2000). The reinterpretation of dreams: An evolutionary hypothesis of the function of dreaming. Behavioral and Brain Sciences, 23(6), 877–901.
Stickgold, R. (2002). EMDR: A putative neurobiological mechanism of action. Journal of Clinical Psychology, 58(1), 61–75.