Πολλοί άνθρωποι ηλικίας άνω των 45 ετών, έλαβαν αυτές τις ημέρες το email για την πρωτοβουλία του υπουργείου υγείας να διανείμει self-test (σελφ τεστ) ανίχνευσης αιμορραγίας στα κόπρανα (F.O.B.), με στόχο την έγκαιρη διάγνωση του καρκίνου του παχέος εντέρου. Ωστόσο, οι ειδικοί της ψυχικής υγείας αναγνωρίζουμε ότι αυτή η διαδικασία, που εκτελείται από τον ίδιο τον ασθενή στο σπίτι, μπορεί να προκαλέσει σημαντική ψυχολογική επιβάρυνση, ιδίως σε περιπτώσεις θετικού αποτελέσματος.
Η συναισθηματική διαχείριση του αποτελέσματος, σε συνδυασμό με την απουσία άμεσης υποστήριξης από έναν επαγγελματία υγείας, μπορεί να αυξήσει το άγχος και το αίσθημα αβεβαιότητας του ασθενούς. Η κατανόηση αυτής της ψυχολογικής επιβάρυνσης είναι σημαντική τόσο για τους ίδιους τους ανθρώπους που κάνουν το τεστ όσο και για τους επαγγελματίες υγείας που θα τους στηρίξουν, αλλά και για την ίδια την πολιτεία στον μελλοντικό προγραμματισμό της.
Πρώτο βήμα: Συναισθηματική αποδοχή του αποτελέσματος
Η λήψη ενός θετικού αποτελέσματος σε ένα self-test συχνά προκαλεί έντονα αρνητικά συναισθήματα, όπως φόβο, άγχος ή πανικό. Αυτή η αντίδραση είναι απολύτως φυσιολογική και οφείλεται κυρίως στον τρόπο που αντιλαμβάνεται κανείς την έννοια του θετικού αποτελέσματος. Ενώ ένα θετικό αποτέλεσμα μπορεί να υποδεικνύει την ύπαρξη αιμορραγίας που αποτελεί πρώιμο προειδοποιητικό σημείο για τον καρκίνο του παχέος εντέρου, είναι σημαντικό να γνωρίζει κανείς από πριν ότι δεν συνεπάγεται απαραίτητα τη διάγνωση της ασθένειας.
Για παράδειγμα, το συγκεκριμένο self-test ανίχνευσης αιμορραγίας στα κόπρανα (FOB: Fecal Occult Blood) μπορεί να δώσει ψευδώς θετικό αποτέλεσμα σε περιπτώσεις όπως:
Εμμηνόρροια: Στις γυναίκες, αν το τεστ γίνει κατά τη διάρκεια της εμμηνόρροιας, μπορεί να ανιχνευτεί αίμα από άλλη πηγή.
Αιμορραγία από άλλες πηγές: Αιμορραγία στο ανώτερο γαστρεντερικό σύστημα (π.χ., από έλκη, αιμορροΐδες, πολύποδες κα.) μπορεί να οδηγήσει σε θετικό αποτέλεσμα.
Κατανάλωση συγκεκριμένων τροφών: Τροφές με αίμα, όπως το κόκκινο κρέας, μπορεί να επηρεάσουν το αποτέλεσμα.
Φάρμακα: Φάρμακα όπως η ασπιρίνη ή τα αντιπηκτικά αυξάνουν τον κίνδυνο αιμορραγίας και μπορεί να δώσουν ψευδώς θετικό αποτέλεσμα.
Ο φόβος του χειρότερου αποτελέσματος είναι έντονος σε τέτοιες περιπτώσεις, αλλά είναι κρίσιμο ο ασθενής να παραμείνει όσο πιο ήρεμος γίνεται, αναγνωρίζοντας ότι το self-test είναι μόνο ένα πρώτο βήμα σε μια μακρά διαγνωστική διαδικασία.
Ενημέρωση για την έννοια των αποτελεσμάτων και τις πιθανές επόμενες κινήσεις
Η πληροφόρηση αποτελεί ουσιώδη ψυχολογικό πόρο για τη διαχείριση του άγχους. Είναι κρίσιμο λοιπόν ο ασθενής να γνωρίζει ότι το θετικό αποτέλεσμα δεν σημαίνει διάγνωση καρκίνου, αλλά προτρέπει σε περαιτέρω διερεύνηση. Σύμφωνα με μελέτες, η κατανόηση των διαγνωστικών σταδίων μπορεί να μειώσει το επίπεδο άγχους και να ενισχύσει την αίσθηση του ελέγχου του ατόμου απέναντι στην υγεία του (Pomerance et al., 2019). Σε αυτή την περίπτωση, μια έγκαιρη επίσκεψη στον γαστρεντερολόγο, που μπορεί να αξιολογήσει τα θετικά αποτελέσματα με ακρίβεια, είναι το επόμενο λογικό και υποστηρικτικό βήμα.
Ο κίνδυνος για την ψυχική υγεία από το self-testing στο σπίτι
Το self-testing στο σπίτι ενέχει, πράγματι, μία ψυχολογική παγίδα – κυρίως επειδή απουσιάζει η επαγγελματική καθοδήγηση κατά τη στιγμή του αποτελέσματος -. Ο ασθενής βρίσκεται μόνος του με την κασσέτα έγχυσης του δείγματος, πράγμα που μπορεί να οδηγήσει σε εντεινόμενο άγχος και να επηρεάσει τον τρόπο που αντιλαμβάνεται και ερμηνεύει το αποτέλεσμα πάνω σε αυτήν.
Σύμφωνα με τον Bond και συνεργάτες (2020), τα self-tests μπορούν να προκαλέσουν έντονη ψυχολογική πίεση, ειδικά όταν το αποτέλεσμα δεν είναι εύκολο να ερμηνευτεί από έναν μη ειδικό, για παράδειγμα όταν είναι σαφώς θετικό, ή ακόμη χειρότερα οριακά θετικό. Σε ορισμένες περιπτώσεις, αυτή η αβεβαιότητα μπορεί να οδηγήσει σε υπερβολικό άγχος, προκαλώντας φαινόμενα καταστροφολογικής σκέψης (Eysenck, 2016).
Στρατηγικές διαχείρισης του άγχους
Η καλλιέργεια δεξιοτήτων αυτοδιαχείρισης του άγχους είναι καίρια για τους ασθενείς που πραγματοποιούν διαγνωστικά τεστ μόνοι τους. Η πρακτική των τεχνικών χαλάρωσης, όπως η βαθιά αναπνοή και η ενσυνειδητότητα, μπορεί να λειτουργήσει υποστηρικτικά στη διαχείριση της αγωνίας (Brown et al., 2019). Παροτρύνουμε τους ανθρώπους που διενεργούν self-test να ασκηθούν σε ένα ήρεμο τρόπο σκέψης και να αποφύγουν γρήγορα συμπεράσματα για την υγεία τους, ώστε να παραμένουν νηφάλιοι και να επιτύχουν να διαχειριστούν αποτελεσματικά τα συναισθήματά τους μέχρι να λάβουν μια πλήρη διάγνωση από έναν ειδικό.
Ακόμα και αν ένα θετικό αποτέλεσμα στο self-test καταλήξει σε διάγνωση καρκίνου του παχέος εντέρου, αυτό δεν σημαίνει το τέλος της ζωής σας. Τουναντίον, η έγκαιρη διάγνωση είναι το κλειδί για μία πολύ επιτυχημένη θεραπεία με πολύ υψηλή πιθανότητα, καθώς πολλές περιπτώσεις καρκίνου του παχέος εντέρου, όταν εντοπίζονται σε πρώιμο στάδιο, αντιμετωπίζονται πλήρως. Η ιατρική επιστήμη έχει σημειώσει τεράστια πρόοδο τόσο στις χειρουργικές μεθόδους όσο και στις στοχευμένες θεραπείες, ενώ οι σύγχρονες τεχνικές και θεραπείες δίνουν στους ασθενείς εξαιρετικές δυνατότητες αποκατάστασης και επιστροφής στην καθημερινότητά τους με άριστη ποιότητα ζωής.
Επικοινωνία και κοινωνική υποστήριξη
Η συναισθηματική υποστήριξη από οικογένεια και φίλους μπορεί να λειτουργήσει ιδιαίτερα καθησυχαστικά σε στιγμές άγχους μετά από ένα θετικό αποτέλεσμα σε self-test. Η κοινωνική υποστήριξη είναι σημαντικός παράγοντας για τη μείωση του άγχους, καθώς επιτρέπει σε έναν άνθρωπο να μοιράζεται τα συναισθήματά του και να βρίσκει στήριξη (Thoits, 2011). Οι ασθενείς που έχουν υποστηρικτικό περιβάλλον διαχειρίζονται ευκολότερα την αβεβαιότητα και είναι πιο πιθανό να λάβουν πιο γρήγορα τις αναγκαίες αποφάσεις για τη διενέργεια των περαιτέρω εξετάσεων.
Συμβουλεύουμε όλους τους ανθρώπους που κάνουν self-test και αναγνωρίζουν ότι έχουν άγχος για αυτή τη διαδικασία, να συζητούν πριν από τη διενέργεια του τεστ με τους ανθρώπους τους και να επιδιώκουν την παρουσία ενός μέλους της οικογένειας στο χώρο και στο χρόνο πραγματοποιήσης της δοκιμασίας.
Η ανάγκη για μια ολοκληρωμένη προσέγγιση στην παροχή self-tests
Μολονότι τα self-tests είναι ένα χρήσιμο εργαλείο για την έγκαιρη ανίχνευση σοβαρών καταστάσεων, η εισαγωγή τους θα έπρεπε να συνοδεύεται από ψυχολογική υποστήριξη και πληροφόρηση. Ένα σύστημα συμβουλευτικής, ακόμα και με τη μορφή τηλεφωνικής ή διαδικτυακής υποστήριξης από επαγγελματίες της υγείας, θα μπορούσε να βοηθήσει τους ασθενείς να διαχειριστούν τα αποτελέσματα των self-tests με μεγαλύτερη ηρεμία και σαφήνεια (Hailey et al., 2018). Ελπίζουμε ότι η πολιτεία θα μπορέσει να παρέχει μία περισσότερο ολοκληρωμένη προσέγγιση προσεχώς.
Βιβλιογραφία
- Bond, R., Quigley, A., Ennis, M., et al. (2020). The psychological impacts of self-testing: A systematic review. Journal of Health Psychology, 25(7), 881-890.
- Brown, K. W., Creswell, J. D., & Ryan, R. M. (2019). Mindfulness and the process of minding one’s health. American Psychologist, 74(7), 841–856.
- Eysenck, M. W. (2016). Anxiety and Cognition: A Unified Theory. Psychology Press.
- Hailey, J., Wells, B., Brown, K., et al. (2018). Providing psychological support alongside health self-testing: Best practices and intervention strategies. Health Psychology, 37(8), 704-711.
- Pomerance, H., Lichtenstein, S., & Roberts, C. (2019). The impact of information dissemination on patients’ psychological response to health self-testing. Public Health Research, 133(9), 26-32.
- Thoits, P. A. (2011). Mechanisms linking social ties and support to physical and mental health. Journal of Health and Social Behavior, 52(2), 145-161.