Υπογράφει:

Δημήτρης Παπαδημητριάδης

Ο Δημήτρης Παπαδημητριάδης σπούδασε Ιατρική στο Πανεπιστήμιο Κρήτης και Διεθνή Πολιτική Υγείας στο London School of Economics (LSE). Εξειδικεύτηκε στην Ψυχιατρική και στην Ψυχοθεραπεία στο Λονδίνο (Royal Free Hospital & UCL School of Medicine, Halliwick Personality Disorder Service) και στην Αθήνα (Ερευνητικό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο Ψυχικής Υγιεινής, Περιφ. Γενικό Νοσοκομείο “Ευαγγελισμός”).Συμμετείχε στο πρόγραμμα Γνωσιακής Θεραπείας για τις Διαταραχές Άγχους του Beck Institute for Cognitive Behavior Therapy που ίδρυσε στη Φιλαδέλφεια των ΗΠΑ ο θεμελιωτής της γνωσιακής θεραπείας Dr. Aaron T. Beck.Έχει λάβει τιμητικούς επαίνους για δραστηριότητές του από το Πανεπιστήμιο Κρήτης, την Επιστημονική Εταιρεία Γενικής Ιατρικής, την Πανελλήνια Ομοσπονδία Μη-Κυβερνητικών Οργανώσεων, την Οργανωτική Επιτροπή Ολυμπιακών Αγώνων 2004 και το Βραβείο “Κοινωνία των Πολιτών” των Δημοσιογράφων της Ελληνικής Ραδιοφωνίας (ΕΡΑ).Διετέλεσε Γενικός Γραμματέας στο διοικητικό συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Φοιτητών Ιατρικής (EMSA) με έδρα τις Βρυξέλλες και Πρόεδρος της Επιστημονικής Εταιρείας Φοιτητών Ιατρικής Ελλάδας (ΕΕΦΙΕ).Σήμερα εργάζεται ως ιδιώτης ψυχίατρoς – ψυχοθεραπευτής και συμμετέχει σε δράσεις ακτιβισμού για την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου. Λαμβάνει μερος σε επιστημονικά συνέδρια και ημερίδες, όπου δίνει ομιλίες με στόχο την ενημέρωση του κοινού για ζητήματα ψυχικής υγείας με ιδιαίτερη έμφαση στην καταπολέμηση του στίγματος. Παράλληλα, σχολιάζει στα ΜΜΕ και αρθρογραφεί τακτικά στον Τύπο για τα μείζονα κοινωνικά ζητήματα.Έχει συγγράψει τα βιβλία “Μικρή εισαγωγή: Άγχος” (πρώτο σε πωλήσεις στην πρώτη έκδοση) και “Μικρή εισαγωγή: Κατάθλιψη” που κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Παπαδόπουλος.

Τι φταίει για την ερωτική ζήλια; Μύθοι, αλήθειες και εξηγήσεις

Η ερωτική ζήλια απασχολεί τη φιλοσοφία, την ψυχολογία και την κοινωνιολογία για αιώνες. Αν και αντιμετωπίζεται ως κάτι αρνητικό ή επιβλαβές, στην πραγματικότητα αποτελεί μια φυσιολογική ανθρώπινη αντίδραση σε πραγματικές ή φανταστικές απειλές για μια προσωπική σχέση. Ωστόσο, η ένταση και η εκδήλωση της ζήλιας διαφέρουν από άτομο σε άτομο, φέρνοντας στο προσκήνιο ερωτήματα για τις αιτίες και τους παράγοντες που την επηρεάζουν.

Η προέλευση της ζήλιας εντοπίζεται στους εξελικτικούς μηχανισμούς του είδους μας. Από τη σκοπιά της εξελικτικής ψυχολογίας, η ζήλια λειτουργεί ως προστατευτικός μηχανισμός που εξασφαλίζει την αναπαραγωγική επιτυχία. Για τους άνδρες, η απειλή της απιστίας μιας συντρόφου ενεργοποιεί τυπικά αρχέγονους φόβους για την πατρότητα, ενώ για τις γυναίκες η απειλή της συναισθηματικής προδοσίας συνδέεται με την πιθανότητα απώλειας πόρων ή προστασίας. Σήμερα συμβάλλουν πολιτισμικοί και κοινωνικοί παράγοντες, καθώς διαφορετικές κοινωνίες και πολιτισμοί προσδίδουν ιδιαίτερα χαρακτηριστικά στη ζήλια, εντείνοντας ή μετριάζοντας τη σημασία της.

Γιατί ζηλεύουμε στις σχέσεις μας

Η ζήλια, ανεξάρτητα από την εξελικτική της καταγωγή ή τους παραπάνω αρχέγονους και ασυνείδητους φόβους που τη συνοδεύουν, μεταφράζεται σε πραγματικά και βασανιστικά συναισθήματα που προκαλούν βαθύ ψυχικό πόνο. Είναι ένα συναίσθημα που συνοδεύεται από άγχος, θυμό, θλίψη και αίσθημα απώλειας ελέγχου, που κατακλύζουν έναν άνθρωπο, παραμορφώνοντας την αντίληψη της πραγματικότητας.

Όσοι βιώνουν έντονη ζήλια ενδέχεται να εγκλωβίζονται σε καταστροφικές σκέψεις ή να αναπτύσσουν δυσπιστία, ακόμη και μέσα σε σχέσεις που δεν απειλούνται. Αυτή η συναισθηματική κατάσταση, όταν γίνεται χρόνιο πρόβλημα, οδηγεί σε έντονη ψυχική δυσφορία, υπονομεύοντας την αυτοεκτίμηση και πυροδοτώντας αισθήματα ανασφάλειας και μοναξιάς. Το παράδοξο της ζήλιας είναι ότι, ενώ πηγάζει από την επιθυμία για εγγύτητα και ασφάλεια, καταλήγει να διαβρώνει τις σχέσεις και να απομονώνει τον άνθρωπο που την βιώνει.

Η διακύμανση της ζήλιας μεταξύ διαφορετικών ατόμων είναι συχνά αποτέλεσμα της περίπλοκης αλληλεπίδρασης γενετικών, προσωπικών και περιβαλλοντικών παραγόντων. Η αυτοεκτίμηση παίζει εδώ κρίσιμο ρόλο. Άνθρωποι με χαμηλή αυτοεκτίμηση ή ανασφαλή δεσμό με τους γονείς τους μπορεί να βιώνουν μεγαλύτερη ζήλια απέναντι σε έναν ερωτικό σύντροφο, καθώς νιώθουν πιο ευάλωτοι στη συναισθηματική εγκατάλειψη. Επιπλέον, ορισμένες προσωπικότητες, όπως εκείνες με υψηλά επίπεδα νευρωτισμού, εκδηλώνουν μεγαλύτερη τάση να αντιλαμβάνονται απειλές, ακόμη και όταν αυτές είναι αβάσιμες.

Η σύγκριση μεταξύ ανδρών και γυναικών σε ό,τι αφορά στη ζήλια αποκαλύπτει ενδιαφέρουσες διαφορές, αλλά και πολλά κοινά σημεία. Μολονότι τόσο οι άνδρες όσο και οι γυναίκες βιώνουν τη ζήλια με παρόμοια συναισθηματική ένταση, φαίνεται ότι δίνουν έμφαση σε διαφορετικούς τύπους απειλών. Έρευνες δείχνουν ότι οι άνδρες τείνουν να ανησυχούν περισσότερο για σεξουαλικές απιστίες, ενώ οι γυναίκες εστιάζουν κυρίως σε συναισθηματικές απιστίες. Αυτή η διαφοροποίηση δεν είναι απόλυτη αλλά σχετίζεται με κοινωνικούς και βιολογικούς παράγοντες. Ο ρόλος της κοινωνικής επιρροής είναι καίριος σε αυτό, καθώς οι πολιτισμικές προσδοκίες και τα έμφυλα στερεότυπα διαμορφώνουν τη συμπεριφορά και τις αντιδράσεις.

Γιατί ζηλεύουμε στις σχέσεις μας

Η ιδέα ότι υπάρχουν άνθρωποι που δεν ζηλεύουν καθόλου είναι πιο σύνθετη από ό,τι φαίνεται. Αν και είναι πιθανό ορισμένοι άνθρωποι να εμφανίζουν εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα ζήλιας, η πλήρης απουσία αυτού του συναισθήματος είναι μάλλον μύθος. Ακόμη και εκείνοι που δηλώνουν ότι δεν ζηλεύουν μπορεί να έχουν καταφέρει να ρυθμίσουν τα συναισθήματά τους μέσω συνειδητής σκέψης ή να ζουν σε περιβάλλοντα που ελαχιστοποιούν τις συνθήκες που πυροδοτούν τη ζήλια. Εντούτοις, η παντελής απουσία ζήλιας θα μπορούσε να σχετίζεται μόνο με ιδιαίτερα γνωρίσματα προσωπικότητας, όπως η αποστασιοποίηση ή η δυσκολία σχηματισμού ισχυρών συναισθηματικών δεσμών.

η πλήρης απουσία αυτού του συναισθήματος είναι μάλλον μύθος

Εν κατακλείδι, η ερωτική ζήλια είναι ένα εγγενές ανθρώπινο συναίσθημα, βαθιά ριζωμένο στη βιολογία, την ψυχολογία και την κοινωνία. Παρόλο που ο βαθμός και ο τρόπος με τον οποίο εκδηλώνεται διαφέρει, αντανακλά τις προσπάθειες των ανθρώπων να προστατεύσουν ό,τι θεωρούν πολύτιμο. Το συναίσθημα αυτό μπορεί να είναι κινητήριος δύναμη για την ενίσχυση μιας σχέσης, όταν εκφράζεται υγιώς, αλλά και καταστροφικό, όταν διογκώνεται πέρα από κάθε λογική.

Η ζήλια που ξεφεύγει από τα όρια είναι δυνατόν να κλιμακωθεί ακόμα και σε ετεροκαταστροφικές ή αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές, με έναν φαύλο κύκλο σοβαρής συναισθηματικής αναστάτωσης. Σε ακραίες περιπτώσεις, αυτή η δυσλειτουργία εκδηλώνεται με εκρήξεις θυμού, καχυποψία, καταστροφική κριτική προς τον σύντροφο και ενδοοικογενειακή βία, ενώ η αυτοκαταστροφικότητα συνεπάγεται μία μόνιμα υποχωρητική στάση ζωής, κατάθλιψη ή ακόμα και τη διάθεση αυτοτιμωρίας με διάφορες καταχρήσεις.

Η ψυχοθεραπεία και η θεραπεία ζεύγους μπορούν να διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο στη διαχείριση της ερωτικής ζήλιας. Μέσα από την ατομική ψυχοθεραπεία, ένας άνθρωπος μπορεί να αναγνωρίσει και να αντιμετωπίσει τις ανασφάλειες, τους φόβους εγκατάλειψης και τις παγιωμένες σκέψεις που τροφοδοτούν τη ζήλια. Ενώ η θεραπεία ζεύγους ενισχύει την επικοινωνία, καλλιεργεί την εμπιστοσύνη και διδάσκει δεξιότητες επίλυσης συγκρούσεων, βοηθώντας και τα δύο μέλη να κατανοήσουν καλύτερα τα συναισθήματα και τις ανάγκες τους. 

Βιβλιογραφία
  • Buss, D. M. (2000). The dangerous passion: Why jealousy is as necessary as love and sex. Free Press.
  • Harris, C. R. (2004). The evolution of jealousy: Evidence for different domains. Psychological Science, 15(2), 120-123. doi.org/10.1111/j.0956-7976.2004.01502008.x
  • Sharpsteen, D. J., & Kirkpatrick, L. A. (1997). Romantic jealousy and adult romantic attachment. Journal of Personality and Social Psychology, 72(3), 627-640. doi.org/10.1037/0022-3514.72.3.627
Facebook
LinkedIn
X
Threads
Email
Reddit
WhatsApp
Telegram

MENTAL HEALTH INSIGHT

Εγγραφείτε στο 15ήμερο ενημερωτικό δελτίο μας με τα τελευταία νέα για την ψυχική υγεία! Βιολογία, ψυχοθεραπεία, παιδική ψυχολογία και διατροφή, με πρακτικές συμβουλές για μεγαλύτερη ευεξία.

Cure of Mind